ή αλλιώς “Ένα παραμύθι, πριν προλάβουν τα Χριστούγεννα να μας κάνουν όλους χοντρούς με άσπρα γένια και κόκκινες στολές και κυρίως πριν ακούσουμε το υβριστικό τους “Χάπι νιου γιρ””
Ο άστεγος, ο μπάτσος και η τουρίστρια
(και οι κομπάρσοι κάτοικοι που δυστυχώς μίλησαν κι εκείνοι…)
Μπάτσος ανθρωπιστής ανακαλύπτει ξαφνικά ότι στην πόλη του, τη Νέα Υόρκη, υπάρχουν άστεγοι. Βλέπει έναν, καθιστό χάμω, ξυπόλητο. Φεύγει σε κοντινό κατάστημα και αγοράζει ακριβές μπότες. Τις φέρνει στον άστεγο.
Από κει περνά μια τουρίστρια. Ενθουσιάζεται και παίρνει φωτογραφία το νεαρό μπατσούλι σκυμμένο να δίνει τις μπότες στον άστεγο. Η τουρίστρια βαθιά συγκινημένη από την ανθρωπιά του μπάτσου στέλνει τη φωτογραφία στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση της Νέας Υόρκης.
Ο αρχίμπατσος τη βάζει στην ιστοσελίδα της αστυνομίας με τα γνωστά σχόλια αυταρέσκειας περί έργου, αποστολής και αποτελεσματικότητας του επαγγέλματος.
Συγχαίρει το καμάρι της υπηρεσίας.
Η φωτογραφία κάνει το γύρω του Ίντερνετ.
Δυο μέρες μετά, ανακαλύπτουν οι κάτοικοι της περιοχής ότι ο άστεγος είναι πάλι ξυπόλητος.
Σκάνδαλο: «μήπως τελικά δεν του ήταν και τόσο απαραίτητες;».
«Μπα, τη δόση του πήγε και πήρε» απαντούν μερικοί.
Ο άστεγος έχει όνομα, έχει ζωή, είχε ζωή.
Τζέφρεϊ Χίλμαν. Πρώην στρατιώτης. Θέλει να μηνύσει τους πάντες: είδε τη φάτσα του να κυκλοφορεί στο διαδίκτυο χωρίς να έχει ερωτηθεί. Θέλει να ζητήσει από το YouTube ποσοστά για τις προβολές. Όσο για τις μπότες, απαντά: «τις μπότες τις έκρυψα…αν με έβλεπαν οι άλλοι να φοράω τέτοιο πράγμα αξίας θα κινδύνευε η ζωή μου».
Leave a Reply