Λίγα λόγια για τους χορούς και τις κοινότητες των ανθρώπων.
Στo πλαίσιo των αυτοοργανωμένων μαθημάτων του “Θερσίτη” (χώρου ραδιουργίας και ανατροπής στο Ίλιον), ξεκινήσαμε από το φθινόπωρο του 2011 το μάθημα των παραδοσιακών χορών. Έχοντας ως βασικό άξονα την ανάγκη και επιθυμία για τη μετάδοση της γνώσης και την καλλιέργεια των δεξιοτήτων μας, απαλλαγμένοι από την αυθεντία των ειδικών, τους ρόλους μαθητή-δασκάλου, τους διαχωρισμούς (εθνικούς, θρησκευτικούς, έμφυλους) και κόντρα στην εμπορευματική λογική των διαφόρων σχολών, επιλέξαμε να πειραματιστούμε και να συνδιαμορφώσουμε σε ένα πεδίο που αφορά τον «πολιτισμό» του ευρύτερου γεωγραφικού περιβάλλοντος όπου ζούμε.
Στην Ελλάδα παρατηρείται μια φοβερά μεγάλη ποικιλία ρυθμών και χορευτικών μορφών λόγω της συχνής εναλλαγής του πυκνού τοπίου (κάμποι, βουνά, θάλασσα, λίμνες) αλλά και της γεωγραφικής θέσης της. Πρόκειται για μια ευρύτερη γεωγραφική περιοχή, ένα σταυροδρόμι πολιτισμών μεταξύ Ανατολής και Δύσης, ένας τόπος συνάντησης πολλών και διαφορετικών λαών, ένας κόμβος στις ροές μετακίνησης των πληθυσμών κυρίως λόγω πολεμικών συγκρούσεων και οικονομικής λεηλασίας στους τόπους προέλευσής τους. Οι συνθήκες αυτές διαμόρφωσαν ένα τεράστιο πλούτο συλλογικής έκφρασης μέσω του χορού και των κοινωνικών εκδηλώσεων κάθε κοινότητας.
Ο χορός στη ελλαδική περιφέρεια, ήταν μέχρι τα τέλη του 20ου αιώνα μια από τις σημαντικότερες κοινωνικές εκδηλώσεις. Ήταν όχι μόνο μέσο ψυχαγωγίας αλλά και διαπαιδαγώγησης αφού λειτουργούσε ως ένας τρόπος μύησης στις πολιτιστικές συνήθειες, στις ηθικές αξίες, στις αισθητικές αντιλήψεις, στο ομαδικό πνεύμα, στην αντίληψη της σχέσης των φύλων και στην αντίληψη της δομής και της οργάνωσης της κοινωνίας. Γι΄ αυτό και δεν είναι απαλλαγμένος από πολλά στοιχεία του κυρίαρχου πολιτισμικού γίγνεσθαι όπως η πατριαρχία, ο εθνικισμός, ο τοπικισμός, η ιεραρχία, η ταξική διαστρωμάτωση κλπ. Δεν είναι λίγες οι φορές που παραδοσιακοί χοροί και τραγούδια χρησιμοποιήθηκαν στη δημιουργία της εθνικής ταυτότητας και συνοχής, στην τόνωση του εθνικού φρονήματος, ιδιαίτερα σε περιόδους που η ιστορική συγκυρία το επέβαλλε (βλ. τουρκοκρατία, περιόδους προβαλλόμενων εξωτερικών απειλών και περιόδους εσωτερικών κρίσεων) αλλά και στη νεότερη ιστορία της Ελλάδας (βλ. χουντικά γλέντια, περιόδους μεγάλων γεγονότων εθνικής προβολής όπως οι ολυμπιακοί αγώνες) με κύριο πάντα σκοπό την κοινωνική νομιμοποίηση ενός καταπιεστικού μεν, εθνικοπατριωτικού δε, καθεστώτος.
Στην νεότερη πάλι ελληνική πραγματικότητα (και αντίστοιχα στα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη), για την κατασκευή της εθνικής ταυτότητας, χρησιμοποιήθηκε ως σύμβολο το αρχαιοελληνικό παρελθόν και η κλασική εποχή. Οι λαογράφοι, μέσα στον ίδιο συμβολικό περίγυρο, επιχείρησαν να ανακαλύψουν και να προσδώσουν στους αγροτικούς πληθυσμούς επιζώντα αρχαία ήθη και έθιμα. Επειδή λοιπόν ο πολιτισμός είναι φορέας και εκφραστής ταυτοτήτων, η δόμηση της ελληνικής εθνικής ταυτότητας αποτέλεσε κυριαρχικό σχέδιο που οδήγησε στην «ελληνικότητα». Οι κατασκευαστές της ελληνικής εθνικής ταυτότητας, αδιαφορώντας ή παρακάμπτοντας σκοπίμως κάποιες σημαντικές διαστάσεις της αγροτικής ζωής (όπως για παράδειγμα η ομοιότητα ολόκληρης της περιοχής της μεσογείου και των Βαλκανίων σε ήθη, έθιμα και πρακτικές), προσδιόρισαν την ταυτότητα των νεοελλήνων μέσα σε μονοδιάστατα και πολλές φορές πλασματικά όρια, νοθεύοντας και πλάθοντας ακόμη και το δημοτικό τραγούδι.
Τι είναι όμως παραδοσιακό τραγούδι και χορός; Συχνά ο όρος «παραδοσιακός» χρησιμοποιείται καταχρηστικά ως το «καλαματιανό» που μαθαίναμε αναγκαστικά στο σχολείο, το «χασάπικο» στα μπουζοκομάγαζα, το «κότσαρι» και το «πεντοζάλι» από ένα χορευτικό συγκρότημα που λαχανιάζει έχοντας δει την Κρήτη μόνο στον χάρτη, κι έχοντας ακούσει για τους πόντιους μόνο στα ποντιακά ανέκδοτα. Αυτή η κατηγορία χορεύει φολκλόρ ή καλύτερα καταναλώνει «παράδοση».
Στην «παραδοσιακή» κοινωνία, ο χορός και το τραγούδι ήταν συμμετοχή κι όχι θέαμα. Αποτελούσε μέσο μεταβίβασης της πολιτισμικής κληρονομιάς στις επόμενες γενιές, μέσο αναγνώρισης και αποδοχής των διαφορετικών ηθών και εθίμων, θρησκειών και ιδιαιτεροτήτων κάθε κοινότητας όποιες και όσες κι αν ήταν οι πολιτισμικές ομάδες στο εσωτερικό της. Η μετάδοση των χορών, από τη μια γενιά στην άλλη δεν γίνονταν με διδασκαλία. Η κοινωνία στο σύνολό της εξασφάλιζε την εκπαίδευση, όπου οι συμμετέχοντες μάθαιναν χορό ερχόμενοι σε άμεση επαφή μεταξύ τους, όπως συνέβαινε και με τον τρόπο που μάθαιναν τα παιχνίδια και τη γλώσσα. Κανείς δεν αναλάμβανε να τους διδάξει, η μετάδοση βασιζόταν ουσιαστικά στην όσμωση. O χορός τότε, δεν μπορούσε να νοηθεί έξω από τις συγκεκριμένες συνθήκες που τον περιέβαλαν, δηλαδή την κοινότητα. Η μελέτη του χορού μιας κοινότητας δεν βοηθάει μόνο στην κατανόηση αυτού του πολιτισμικού φαινομένου μέσα στον τόπο και τον χρόνο που γεννήθηκε και αναπτύχθηκε, αλλά μας παρέχει πληροφορίες για την οργάνωση της κοινότητας, για τους ανθρώπους, τις μεταξύ τους σχέσεις καθώς και για την τη σημασία του χορού γι αυτούς.
Ο χορός και το τραγούδι ήταν στο κέντρο της κοινωνικής ζωής. Αποτελούσαν τη συλλογική έκφραση συναισθημάτων (χαρά, λύπη, έρωτας, αγωνία) αλλά και γεγονότων που βίωνε όλη η κοινότητα (γάμος, θάνατος, πόλεμος κ.ά). Συνδεόταν με τη φύση, τις εποχές της, τα χρώματά της, τις αγροτικές εργασίες ακόμη και με τη συλλογική συγκέντρωση οικονομικών πόρων για διάφορα έργα της κοινότητας, χωρίς κεντρική κρατική στήριξη (πχ. Ικαρία).
Για εμάς σήμερα, ο παραδοσιακός χορός είναι ένας ακόμη μη λεκτικός τρόπος επικοινωνίας που σημαίνει, μαρτυρεί, διηγείται, εξιστορεί, παρουσιάζει, εκφράζει, μοιράζεται, επικοινωνεί. Συνυπάρχει σε μια σχέση διαρκούς αλληλεπίδρασης με όλα τα υπόλοιπα στοιχεία του πολιτισμού και της καθημερινότητας (όπως είναι η γλώσσα, η μουσική ή οποιοδήποτε άλλο πολιτισμικό στοιχείο) και ακολουθεί την εξέλιξή τους διαμέσου της ιστορίας του κοινωνικού συνόλου. Γι΄αυτό αναζητάμε μία «παράδοση» που είτε θα είναι ζωντανή κρατώντας στοιχεία από το παρελθόν και θα εμπλουτίζεται διαρκώς από δικούς μας τρόπους, επιθυμίες, ανάγκες, είτε θα είναι στάσιμη, αμετάβλητή και θα εξυπηρετεί μονάχα εθνικούς εορτασμούς και φολκλορικά πανηγύρια. Στις μέρες μας μάλιστα όπου η συστημική κρίση παράγει ολοένα και μεγαλύτερους διαχωρισμούς στη βάση του φύλου και της φυλής, όπου ο κοινωνικός κανιβαλισμός και ο ατομικισμός προβάλλεται συστημικά ως το μόνο κοινωνικό καταφύγιο, όπου η λεηλασία των από πάνω τέμνει όλα τα πεδία της καθημερινότητας των από κάτω, αναζητάμε εκείνους τους τρόπους, εκείνους τους τόπους κι εκείνους χρόνους στους οποίους οι από κάτω θα συναντηθούν και θα μοιραστούν κάθε κοινή τους ανάγκη, από την μόρφωση έως την υγεία, από την στέγαση έως τη διατροφή, από την ανάγκη για επικοινωνία έως την ανάγκη για γλέντι, χορό και δημιουργία.
Αυτοοργανωμένη ομάδα παραδοσιακών χορών στον Θερσίτη
Ιούνης 2012
Leave a Reply