η σχετικότητα της “αδυναμίας”

αχ αυτός ο συναισθηματισμός, που «νομιμοποιείται» βέβαια στις στενές διαπροσωπικές σχέσεις και στους μοναχικούς απολογισμούς βιωμάτων,  αλλά είναι προβληματικός όταν εμφανίζεται στις συλλογικές «πολιτικές» μαζώξεις ή στα αμφιθέατρα, όχι γιατί κανείς θα απαγορέψει την συναισθηματική έκφραση, αλλά γιατί θα αλλάξει την αντιμετώπιση του απέναντί σε μια τέτοια έκφραση, και αυτή η αντιμετώπιση θα αλλάξει προς κάθε κατεύθυνση, άλλοι θα «μαλακώσουν» προς την πλευρά της συγκίνησης, άλλοι θα δυσανασχετήσουν σαν μπροστά σε «αδύναμη» στιγμή, άλλοι θα νιώσουν αμήχανοι κοιτώντας τριγύρω, «παίρνοντας γραμμή» από το πιο ισχυρό και αποφασιστικό συλλογικό κλίμα, και κάποιοι ελάχιστοι ίσως ξεμοναχιαστούν – μη αντέχοντας μια άλλη μοναχική έκφραση – από διακριτικότητα, ο Λόγος και οι αποφάσεις πρέπει να τρέχουν, οι λόγοι είναι πολλοί, πρέπει να είμαστε δυνατοί απέναντι στην κυριαρχία, πολεμιστές, άκαμπτοι σε δημόσιους χώρους ή στις γραμμές μας, δυναμώνοντας τους συμπολεμιστές μας και εκφοβίζοντας τους αντίπαλους, η ρητορική τέχνη απαιτεί την σιγουριά των επιχειρημάτων, την ψυχραιμία και το αταλάντευτο, τον αφορισμό των συναισθηματισμών και των αφαιρέσεων τους, τον αφορισμό της μεταφυσικής και των μυστηριακών ανθρωπίνων συμπεριφορών, κι αν επιτρέπεται ένας συναισθηματισμός, αυτός είναι η οργή και μόνο η οργή, κι αυτή σε ελεγχόμενες δόσεις, ρυθμιζόμενη από μια άλλου είδους μυστηριακή υποκειμενική στρόφιγγα, αγκιτατόρικη στην ρητορική των αμφιθεάτρων και ανεξέλεγκτη στα οδοφράγματα, και όλοι οι υπόλοιποι συναισθηματισμοί αφορισμένοι στο πεδίο της αδυναμίας, πρέπει να ψάχνουν σ’ ένα μοναχικό ή μικροκοσμικό σκοτάδι να εκφραστούν, γιατί το πεδίο της δύναμης είναι δυνατό, πιο δυνατό από την αδυναμία, πιο νομιμοποιημένο στους κύκλους που πρεσβεύουν τη δύναμη, κι έτσι, μαζί με τα άλλα συναισθήματα στο πεδίο της αδυναμίας, προστίθεται κι άλλο ένα συναίσθημα, που γεννάει η δύναμη στις ίδιες τις γραμμές μας, κι αυτό το συναίσθημα είναι ο φόβος, και με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να δούμε ξεκάθαρα τη μορφή που φωτογραφίζεται απ’ αυτές τις προτάσεις, δεν είναι άλλη από μια γυναικεία μορφή, είναι η γυναίκα που συμπυκνώνει, νομιμοποιημένα και μεταξύ μας,  τα χαρακτηριστικά που της προσδίδει ο κυρίαρχος λόγος, την άκρατη δεκτικότητα, την αμέριστη σιωπή όταν ακούει, το τρεμουλιαστό χέρι όταν προσπαθεί να μιλήσει, τον φόβο από το «πάρσιμο» των αρσενικών, έτσι γίνεται η γυναίκα σημείο αναφοράς, βάσει του οποίου κρίνονται οι αρσενικές συναισθηματικές συμπεριφορές, μπαίνει λοιπόν ένα σημαντικό ζήτημα, όταν η δύναμη, που θεωρείται απαραίτητη στον πόλεμο ενάντια στην κυριαρχία, εκφράζεται συναισθηματικά μόνο μέσα από το φίλτρο της επιθετικότητας, κατοχυρωμένο φυσικό αρσενικό προνόμιο, όταν δηλαδή, η δύναμη γίνεται κατανοητή και αποδεκτή μόνο μέσα από μια ανδροποίηση των ανθρώπων, οι γυναίκες απουσιάζουν από την δύναμη, γιατί την μισούν με τα φυσικά ανδρικά χαρακτηριστικά, οι γυναίκες απουσιάζουν από το συλλογικό, είτε σαν παρουσίες είτε μέσα από τις σιωπές, ίσως επειδή ακόμη κι ασυνείδητα δεν κατανοούν τους κώδικές της «δυνατής» οργής, ίσως γιατί δεν αποδέχονται την, θεσμισμένη από την πατριαρχική φύση, εξουσία του φόβου, και οι λίγες που «ξεχωρίζουν» στα αμφιθέατρα ή στις μαζώξεις, έχουν δώσει ή συνεχίζουν να δίνουν τις μάχες τους, παρακάμπτοντας, ξεπερνώντας τον φόβο, «στραβώνοντας» μερικές φορές και με αρσενικούς κώδικές –γιατί δεν μασάνε ακόμη κι εκεί– και κατοχυρώνοντας μια σεβαστή θέση, που απέχει μεν από την σιωπή, αλλά κινδυνεύει από την γραφικότητα, τα πράγματα αλλάζουν, αλλάζουν στις γραμμές μας, με το να αναζητάμε διαρκώς το ξερίζωμα και των πιο υπολανθανουσών συμπεριφορών που αναπαράγουν κυρίαρχα δεδομένα,  αναζητάμε το σπάσιμο όλων των -αυτονόητων και μη- έμφυλων και διατομικών οριοθετήσεων, η δύναμη είναι και αδυναμία και η αδυναμία δύναμη, ο λόγος και η πράξη δεν χαρακτηρίζονται από ρητορικές, πολεμικές και επιθετικές σταθερές, αλλά από την ανθρωπινότητα τους, από το πόσο μέσα ή κοντά είναι στην ελευθερία, από το πόσο έξω ή μακριά είναι από την θέσμιση του φόβου, της σιωπής και της παρούσας απουσίας, από το πόσο γρήγορα εξορίζουν το τρεμούλιασμα των χεριών, από το πόσο επιτρέπουν ακόμη και στα δάκρυα να δροσίσουν το επικοινωνιακό υφάδι, από το πόσο αποδέχονται κάθε τρόπο που διαλέγει ο καθένας, η καθεμία, για να κατακτήσει την ελευθερία του-της, εδώ και τώρα, κάθε στιγμή, χωρίς φόβο, αλλά με πολύ πάθος, κάθε πάθος


by

Comments

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *