«Η επανάσταση της καθημερινής ζωής δεν θ’ αντλήσει την ποίηση της
από το παρελθόν, αλλά από το μέλλον και μόνο»
Γκυ Ντεμπόρ
Και το παρόν; Φυσικά, ο Ντεμπόρ είχε και άποψη για το παρόν, μόνο που στο προκείμενο μάς αφορά η δική μας άποψη. Στην πρόταση αυτή δεν αναφέρεται το παρόν, γιατί προφανώς –και σωστά- το παρόν είναι το πεδίο όπου αντανακλάται η διαλεκτική λειτουργία της σύνθεσης δεδομένων και προοπτικών. Το παρόν είναι το πεδίο της καθημερινής ζωής, το πιο οριακό «παιχνίδι» -και τα εισαγωγικά παραπέμπουν στην σεβαστή περιοχή της αναπόφευκτης οδύνης– υποκειμενισμού και αντικειμενικής πραγματικότητας, το σημείο συνάντησης σκέψης και δράσης, πραγμάτωσης ή αναίρεσης των προταγματικών «διακηρύξεων». Στο παρόν διαμορφώνεται η υποκειμενική πραγματικότητα μέσω, συγκεκριμένων κάθε φορά, επιλογών και παράλληλα, το εύρος και το βεληνεκές της αντικειμενικής αντανάκλασης αυτών των επιλογών. Όλα αυτά τα αυτονόητα και οι κοινοτοπίες καταργούνται σαν τέτοια όταν διυλίζονται στο πολύπλοκο πλέγμα της αλλοτρίωσης. Κανείς, από αυτούς που προσπάθησαν, δεν απάντησε επί της ουσίας γι’ αυτό το «πολύπλοκο πλέγμα» που ταλανίζει τις απαντοχές και «κανονίζει» τις αντιφάσεις μας. Κι αυτό δεν είναι τυχαίο, αν σκεφτείς την ψυχοδομική πλευρά της αλλοτρίωσης. Μια απάντηση για την αλλοτρίωση θα έμοιαζε σαν καθολική συνταγή- πανάκεια. Εμείς οι ίδιοι θα απαντήσουμε επί της ίδιας της ουσίας μας για την αλλοτρίωση, για την μήτρα των αντιφάσεων, γι’ αυτόν τον πανίσχυρο πόλο του καθημερινού μας ψυχορραγήματος. Στο παρόν μας, στο όνομα αποδοχής της θνητότητας μας, εκεί που καταστρέφεται κάθε θεολογική αναφορά. Καθένας επιλύει τις αντιφάσεις του με τον δικό του τρόπο, κι αυτό θα μπορούσε να ανήκει ακόμα και στις «πρόσφορες» μεθόδους της αστικής αντίληψης εφόσον θα περιορίζεται στα πλαίσια της εξατομικευτικής μοναχικότητας. Ο περίγυρος αντιλαμβάνεται μόνο το αποτέλεσμα της «περίεργης» αυτής διαδικασίας. Περίεργης, γιατί οι άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται με επίγνωση την ταυτότητα των αντιφατικών πόλων, που τους εγκαλούν για το λυτρωτικό ξεπέρασμα, την απαραίτητη, για την αυτοεξέλιξη, σύνθεση. Μέσα στην αφαιρετική αντίληψη των δεδομένων που εμφανίζονται αντιθετικά στην επιφάνεια της συνείδησης, διαμορφώνεται μια δυνατότητα της κυριαρχίας να διεισδύει κατευθύνοντας όχι μόνο τα αποτελέσματα της «εσωτερικής διαλεκτικής» -δυναμώνοντας αυτό που θα λέγαμε αλλότριο (ξένο) πόλο– αλλά και ολόκληρη την διαδικασία «παραγωγής επιλογών», εκτρέποντας την, δημιουργώντας ψευδή δίπολα, ψευδή διλήμματα. Μια αναγωγή σε ό,τι, από αυτή τη διαπίστωση, αφορά την δική μας καθημερινότητα, εμάς που αναγνωρίζουμε με καχυποψία όλες τις δυνατότητες της κυριαρχίας, σε μια προσπάθεια, όχι μόνο να απεγκλωβιστούμε από την «κουλτούρα» της αλλοτρίωσης αλλά, να συγκρουστούμε ανοιχτά με την κοινωνική της νομιμοποίηση, είναι η αποδοχή της διαφυγής από τις πιο απλές και λεπτομερείς καθημερινές καταστάσεις. Είναι γεγονός ότι δεν μπορούμε να αρκούμαστε σε μια εξατομικευτική επίλυση των αντιφάσεων και μόνο. Είναι γνώριμος ο κίνδυνος αναπαραγωγής μια τρέχουσας κυρίαρχης αντίληψης, που θέλει με έναν στρεβλό τρόπο να χαρακτηρίζονται οι ατομικότητες από δεδομένα «χούγια», χαριτωμένα «ελαττώματα», και ηλίθιες εκφορές «ιδιαιτεροτήτων». Η διαδικασία (και τα αποτελέσματα) των επιλογών είναι ελεύθερη όταν γίνεται επικοινωνήσιμη, είναι αυτόνομη όταν νέμεται. Σε όποιο επαναστατικό σχέδιο κι αν αναφερόμαστε, εκεί αντανακλώνται οι όποιες επιλογές μας. Η αποδοχή της λειτουργίας αλλότριων πόλων στην καθημερινότητα μας, δεν κάνει τίποτε περισσότερο από το να τους δικαιώνει, δυναμώνοντας το αντιδραστικό τους περιεχόμενο στο επίπεδο της συνείδησης . Και δυναμώνοντας αυτό το περιεχόμενο, χαλαρώνουν τα κριτήρια μας, εγκλωβιζόμαστε στην κοινοτοπία και την ματαιότητα της όποιας αντίστασης, γιατί δεν είναι μόνο αντικειμενικά δυνατή η αλλοτρίωση, αλλά και γιατί, αργά και σταθερά, της ανήκουμε. Όταν εμφανίζεται συλλογική επικοινωνιακή εμπλοκή, όταν οι κάθε είδους εποικοδομητικές και κριτικές σχέσεις αδυνατίζουν, τότε νομιμοποιείται η εξατομίκευση, έχει την τάση να διευρύνεται ασταμάτητα, δυναμώνει, αφανίζει κάθε τι ζωντανό από τις σχέσεις, καθιερώνει την αδιαφορία, παγιώνει τις αποστάσεις και σαπίζει το συλλογικό βίωμα. Οι κοινωνικές αναφορές μας στην αλλοτρίωση, σε τέτοιες συνθήκες, δεν καταντούν απλά «ανεξήγητα» κοινότοπες και χωρίς έμπνευση, αλλά γελοιοποιούν κάθε σχετικό πρόταγμα απελευθέρωσης.
Τουλάχιστον, να το γνωρίζουμε.
Leave a Reply