Χτες, Παρασκευή μεσημέρι στην οδό Σαλαμινίας, πίσω από το μεγαλύτερο στρατόπεδο μεταναστών στην Ελλάδα αυτό της Πέτρου Ράλλη, λίγοι αφρικανοί μετανάστες είχαν πιάσει σειρά μήπως και μπορέσουν κάποια στιγμή να μπουν στο κτίριο για να πάρουν το χαρτάκι ενός ραντεβού και να δρομολογήσουν την υπόθεση της “νομιμότητάς” τους στην Ελλάδα. Λίγοι αφρικανοί… εκεί που μερικούς μήνες πριν περίμεναν τέτοιαν ώρα εκατοντάδες πρόσφυγες από την πολεμοκρατούμενη Κεντρική Ασία με την ίδια ελπίδα. Οι καταστάσεις αλλάζουν. Η νομοθεσία για την παροχή ασύλου αλλάζει. Το μέγεθος του μεταναστευτικού ρεύματος στην Ελλάδα είναι φθίνον. Η συστημική κρίση μοιάζει να έχει βάλει την υπόθεση σε μια απροσδιόριστη κατάσταση αναμονής. Οι μετανάστες στην Ελλάδα δυναμώνουν τις κοινότητές τους ούτως ώστε να αντιμετωπίσουν τόσο την καπιταλιστική επιθετικότητα όσο και την επίταση της ρατσιστικής βαρβαρότητας.
Εν τω μεταξύ, καθώς ξηλώνονται οι πύλες τόσο εισόδου στην όσο και εξόδου από την χώρα, οι μετανάστες χωρίς χαρτιά προσπαθούν να χαράξουν με κάθε τρόπο το δρόμο τους προς την ελευθερία και την επιβίωση. Μετά από την Πάτρα, σημείο τριβής είναι τους τελευταίους μήνες η Ηγουμενίτσα. Οι μαρτυρίες για τον θεσμισμένο αλλά και διάχυτο ρατσισμό σε βάρος των κατατρεγμένων είναι πολλές και εξοργιστικές. Στην ουσία τίποτε δεν έχει αλλάξει στην αντιμεταναστευτική πολιτική πέρα από τα μεγέθη της βαρβαρότητας… Επίσης, τίποτε δεν συνηγορεί στην υποστολή του αγώνα για την αλληλεγγύη στους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Το αντίθετο…
Παραθέτουμε μια σχετικά πρόσφατη χαρακτηριστική μαρτυρία από τον ιστότοπο http://schengendangle.jogspace.net/2010/03/11/which-place
“Έφτασα στην Ελλάδα θεωρώντας ότι έφτασα σε ένα πραγματικό μέρος. Νόμιζα ότι θα αναγνωριζόμουν εδώ, ότι θα είχα ένα μέρος στον κόσμο. Αναρωτιέμαι τώρα, υπάρχει πράγματι ένα μέρος για μένα; Κανείς δεν φαίνεται να γνωρίζει πού να με βάλει. Είμαι ζωντανός. Είμαι μια ανθρώπινη ύπαρξη. Αλλά διώχνομαι μακριά από όλα τα μέρη, μεταφέρομαι από το ένα μέρος στο άλλο, δεν έχω το δικαίωμα να βρίσκομαι σε μερικά μέρη. Φαίνεται να έχω το δικαίωμα να βρίσκομαι σε συγκεκριμένα μέρη για ένα δεδομένο χρόνο. Είμαι σαν ένα παλιό παπούτσι που κανείς δεν θέλει να φορέσει. Το μόνο δικαίωμα που έχω είναι να είμαι αόρατος.
Όταν έφτασα στην Ελλάδα με έκλεισαν για μερικές μέρες σε μια φυλακή σε ένα νησί. Μετά με μετέφεραν σε μιαν άλλη φυλακή στην ενδοχώρα. Όταν αφέθηκα ελεύθερος ήδη ένιωθα τον φόβο βαθιά μέσα στην κάθε μου ανάσα. Αναρωτιόμουν τι θα ακολουθήσει. Αναρωτήθηκα πού να πάω και πού να μείνω. Στην Αθήνα πήγα σε γειτονιές που μπορούσα να βρω δικούς μου ανθρώπους. Ήμουν τυχερός που βρήκα έναν φίλο από το χωριό μου που με βοήθησε για μερικές μέρες ούτως ώστε να μην κοιμάμαι στους δρόμους. Στην τσέπη μου είχα ένα άσπρο χαρτί που περιόριζε την νόμιμη παρουσία μου στην Ευρώπη στις 30 μέρες. Οι μέρες περνούσαν και δεν είχα κανένα να δικαίωμα να βρίσκομαι οπουδήποτε σε αυτόν τον κόσμο. Αποφάσισα να αφήσω αυτή τη χώρα που δεν με ήθελε. Στην Πάτρα προσπάθησα επί αρκετούς μήνες να περάσω τα σύνορα για την Ιταλία. Ζούσα στα τραίνα σε έναν χώρο σύνθεσης αμαξοστοιχιών. Τα τραίνα δεν χρησιμοποιούνταν πιά. Δεν υπήρχε χώρος για αυτά όπως και για μένα.
Καθώς αποτύγχανα διαρκώς έφυγα για την Κομουνησία. Ζούσα στα βουνά, στο κρύο και το σκοτάδι. Το μόνο μου καταφύγιο ήταν ένας ουρανός γεμάτος αστέρια. Ζούσα στην ίδια πόλη με Έλληνες αλλά ο κόσμος μου ήταν άλλος και οι δύο κόσμοι δεν συναντιούνταν πουθενά. Μια μέρα με πιάσανε στο λιμάνι. Η αστυνομία με μετέφερε σε μια φυλακή στο λιμάνι. Ήμασταν 27 άτομα σε ένα κελί για 6. Μετά από μερικές μέρες μεταφέρθηκα σε μια άλλη φυλακή κοντά στα σύνορα με την Αλβανία. Μείναμε για μερικές μέρες εκεί. Μετά; Και πάλι μεταφερθήκαμε. Μου φάνηκε ότι δεν ήξεραν πού να μας πάνε, πού να μας βάλουν για να μην ενοχλούμε τις ζωές τους. Ένα λεωφορείο μας πήγε μακριά σε μια αποθήκη που ονόμαζαν φυλακή. Τα παράθυρα ήταν πολύ ψηλά στην οροφή, η μόνη μας επαφή με τον έξω κόσμο. Τη νύχτα στα όνειρά μου έβρισκα τον δικό μου χώρο, κάπου να ανήκω. Η μέρα που υπενθύμιζε την ωμή πραγματικότητα. Έμεινα για έναν μήνα εκεί και μετά με άφησαν. Ξαφνικά ήμουν και πάλι ελεύθερος στη μέση του πουθενά και έπρεπε να βρω μόνος μου το δρόμο πίσω στον πολιτισμό. Αλλά ποιον πολιτισμό; Ποιο μέρος; Η ζωή μου στην Ελλάδα είναι μια πραγματική ζωή σε πραγματικά μέρη αλλά μιας άλλης κατηγορίας. Μέρη που είμαι «παράνομος», μέρη που κρύβομαι, μέρη όπου είμαι περιορισμένος σε ένα γκέτο χωρίς χαρτιά. Και αν η αστυνομία με πιάσει θα με βάλουν πάλι φυλακή. Έχω ένα έντονο συναίσθημα ότι θέλουν να καταλάβω ότι δεν πρόκειται να υπάρξει μέρος για μένα εδώ. Νομίζω ότι το κατάλαβα!”
Λάβετε και ένα βίντεο:
http://www.youtube.com/watch?v=cpjbvJUz6oE&feature=player_embedded#at=77
Leave a Reply