Η διαρκής κατάσταση έκτακτης ανάγκης ως στρατηγική επιλογή της κυριαρχίας
σε συνθήκες παρατεταμένης συστημικής κρίσης
Θα πρέπει να προβληματιστούμε σοβαρά στη συνθήκη της Covid19 αν ο εχθρός είναι όντως ο ιός, δεδομένου ότι δεν πρόκειται κυρίως για τη σχέση των ανθρώπων με την φύση, αλλά για την φύση των ίδιων των κοινωνικών σχέσεων στο πλαίσιο του κρατικού-καπιταλιστικού συστήματος, με τον ιό στο προκείμενο να διαμεσολαβεί στις υφιστάμενες κοινωνικές σχέσεις εξουσίας/εκμετάλλευσης/διαχωρισμών/ανισότητας.
Θα ήταν πιο έγκυρο μάλλον, η λεγόμενη υγειoνομική κρίση να αναγνωστεί ως έκφραση μιας ευρύτερης μακροχρόνιας συστημικής κρίσης (οικονομικής, πολιτικής, θεσμικής, ιδεολογικής, κοινωνικών συναινέσεων, η οποία από άλλους εντοπίζεται αφετηριακά στο 2007 και από άλλους στη δεκαετία του ’70), που λαμβάνει τον χαρακτήρα αλληλουχίας διαδοχικών, επαναλαμβανόμενων και αλληλοτροφοδοτούμενων κρίσεων (κρίση χρηματοπιστωτικού τομέα, κρίση κρατικού χρέους, περιβαλλοντική κρίση, εσχάτως η λεγόμενη υγειονομική κρίση της Covid-19 κτλ). Σε αυτό το κυριαρχικό και κοινωνικό περιβάλλον δεν είναι τυχαίο ότι οι μορφές διακυβέρνησης αντιστοιχίζονται με μια μόνιμη κατάσταση έκτακτης ανάγκης που αλλάζει απλώς επικλήσεις: από τις «τρομοκρατικές απειλές», τις «φυσικές καταστροφές» ή την «κρίση χρέους», μέχρι τον «εθνικό κίνδυνο» εισβολής μεταναστ(ρι)ών και τις «υγειονομικές κρίσεις». Μια διαρκής επίκληση εξωτερικής απειλής που προκαλεί μια «κατάσταση πολιορκίας» για το κοινωνικό σώμα, το οποίο οφείλει να συναινέσει και να συστρατευτεί έτσι ώστε αυτή η απειλή να αντιμετωπιστεί με την κήρυξη ενός «καθεστώτος έκτακτης ανάγκης».
Πρόκειται για όψεις ενός σύγχρονου ολοκληρωτισμού, που καλλιεργεί τον Φόβο, θέτει τις κοινωνίες σε κατάσταση «διαρκούς συναγερμού», κυβερνά με έκτακτα διατάγματα, τρέφεται και αναπαράγεται από κάθε είδους «κρίσεις» (τις οποίες διαχειρίζεται προς όφελός του), αναδεικνύοντας την ανάγκη του μεγάλου προστάτη, του Κράτους, με τους στρατούς, τις αστυνομίες, τους μηχανισμούς προπαγάνδας και διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, τα επιστημονικά επιτελεία, τις απαγορεύσεις και τις διαταγές, τα διαγνωστικά και θεραπευτικά του μέσα (εντός ή εκτός εισαγωγικών), τη λογική και το σύστημα «ασφάλειας και υγιεινής» του. Απέναντι σε «ασύμμετρες απειλές», «εισβολείς», «αόρατους εχθρούς», «φυσικά φαινόμενα», «υγειονομικές βόμβες» και διαρκείς «έκτακτες συνθήκες».
Ένα σύστημα διακυβέρνησης που συνδυάζει την ουσία του ολοκληρωτισμού με τις διαδικασίες της δημοκρατικής διαχείρισης και τα προσχήματά της, το οποίο εξαπλώνεται και εγκαθιδρύεται σε πλανητική κλίμακα σταθερά από την κήρυξη της «αντι»τρομοκρατικής σταυροφορίας μετά την επίθεση στους δίδυμους πύργους και το πεντάγωνο στις ΗΠΑ την 11η Σεπτέμβρη 2001 (Patriot Act, στρατιωτικές επεμβάσεις, κολαστήρια διεθνούς προβολής τύπου Γκουαντάναμο, επίσημη επαναφορά των «εξαφανίσεων» και των βασανιστηρίων, συμφωνία του Παλέρμο το 2003 για άμεση εναρμόνιση όλων των αντιτρομοκρατικών νομοθεσιών των επιμέρους κρατών κ.α.). Έχοντας προηγουμένως τροφοδοτηθεί από το δόγμα «μηδενικής ανοχής» και τις «ανθρωπιστικές» (ή για την «υπεράσπιση της δημοκρατίας») πολεμικές επεμβάσεις της δεκαετίας του ΄90 και αναδυθεί από την ανακήρυξη της αστικής δημοκρατίας (δυτικού τύπου) στο καλύτερο (και πλέον μοναδικό) σύστημα κοινωνικής οργάνωσης μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ κυριαρχίας, τη λήξη του λεγόμενου «ψυχρού πολέμου» και τη (νεο)φιλελεύθερη ανακήρυξη του «τέλους της ιστορίας».
Το διακύβευμα πλέον δεν είναι τόσο η αντιμετώπιση κάποιας κρίσης αλλά η διαχείριση των κρίσεων (σε ορισμένες περιπτώσεις και η πρόκλησή τους), τις οποίες το σύστημα έχει ανάγκη για να επιχειρεί να επανεπιβεβαιώνει τη διαμεσολάβηση/επιβολή του. Καταστατικό κομμάτι αυτής της διαχείρισης είναι η ανάδειξη «έκρυθμων συνθηκών» και απανταχού παρόντων «κινδύνων» από καθημερινά «πολεμικά ανακοινωθέντα» δημοσιογράφων, κυβερνητικών στελεχών, κρατικών αξιωματούχων, επιστημόνων και κάθε είδους ειδικών. Είναι η ισχυροποίηση της ανάθεσης με συγκεντροποίηση των αποφάσεων σε «στρατηγούς» αποτελεσματικούς στη μάχη, σε «καπετάνιους» ικανούς να μας βγάζουν από τις φουρτούνες, σε «πιλότους» που ξέρουν να πλοηγούν το σκάφος. Είναι η διακυβέρνηση με διατάγματα κι η ανάδειξη της εκτελεστικής εξουσίας σε κυρίαρχο πυλώνα άσκησης της κρατικής πολιτικής, με παράλληλη υποστολή του καταστατικού αστικοδημοκρατικού μύθου περί διάκρισης των εξουσιών (νομοθετική, εκτελεστική, δικαστική). Είναι η ποιοτική και ποσοτική αναβάθμιση της καταστολής, η διάχυση του φόβου, οι κάθε είδους περιφράξεις, η διαστολή του ορισμού του εγκλήματος, η περιθωριοποίηση και ποινική αντιμετώπιση μεγάλων κοινωνικών κομματιών, το μόνιμο «καθεστώς εξαίρεσης» των μεταναστ(ρι)ών, η καταγραφή-παρακολούθηση-καταστολή του «εσωτερικού εχθρού».
Καραντίνα: υγειονομικό ή πειθαρχικό μέτρο;
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η επιβολή καραντίνας (και μάλιστα προληπτικής και καθολικής για το σύνολο του πληθυσμού) εδώ και ενάμιση χρόνο δεν πρέπει να θεωρηθεί υγειονομικό μέτρο αλλά μέτρο κοινωνικής πειθάρχησης και δημόσιας τάξης. Από τη μία, με την επιβολή καραντίνας, κοινωνικής αποστασιοποίησης, εγκλεισμού στο σπίτι, καθήλωσης μπροστά σε μια οθόνη, απαγόρευσης κυκλοφορίας, συναντήσεων και διαδηλώσεων, η κυριαρχία επιταχύνει ήδη δρομολογημένες επιλογές της, απαγορεύσεις, δομικές/αναδιαρθρωτικές αλλαγές (εκκενώσεις καταλήψεων, αστυνομική κατοχή των Εξαρχείων, νόμος περιορισμού και απαγόρευσης διαδηλώσεων, πτωχευτικός κώδικας, εκπαιδευτική και εργασιακή αναδιάρθρωση, αστυνομικοί έλεγχοι και καταστολή), επιβάλλοντας δύο ρυθμούς ταχυτήτων: η ίδια κινείται με επιτάχυνση προς κάθε κατεύθυνση (στην οικονομία, τις θεσμίσεις, τον δημόσιο χώρο, την επέκταση και το βάθεμα της κατάστασης εξαίρεσης, τη μετάβαση στην εποχή της 4ης τεχνολογικής επανάστασης, της τεχνητής νοημοσύνης, των ανθρωπομορφικών ρομπότ, των big data, των 5G δικτύων κ.α.), την ίδια στιγμή που επιβάλλει στο κοινωνικό σώμα την καθήλωση, την απομόνωση, τον απόλυτο κατακερματισμό των εκμεταλλευόμενων/καταπιεσμένων (οι οποίοι/ες επανενοποιούνται εικονικά μπροστά στις οθόνες της τηλεόρασης, του υπολογιστή ή του κινητού τους). Από την άλλη, η ίδια η καραντίνα δεν είναι μόνο εργαλείο και μορφή διαχείρισης από πλευράς της κυριαρχίας αλλά και πεδίο παραγωγής νέων εξουσιαστικών δεδομένων, ατζέντας και επιβολών. Ενός hi-tech πανοπτικού κοινωνικού ελέγχου, καταγραφής και ψηφιοποίησης κάθε δεδομένου, διαμοιρασμού τους μεταξύ κρατών και εταιρειών και δημιουργίας αλγόριθμων για την ταξινόμηση και αρχειοθέτηση τους, με σκοπό την ανάλυση και ερμηνεία ατομικών και κοινωνικών συμπεριφορών/επιλογών/τάσεων. Μια συστημική εξέλιξη (ή ίσως καλύτερα απογείωση) που βασίζεται στις σύγχρονες ψηφιακές τεχνολογίες, αντλεί τη λογική της από τον επιστημονικό κλάδο που καθόλου τυχαία ονομάζεται Κυβερνητική και αποτελεί προέκταση των εδώ και δεκαετίες εφαρμοσμένων (στο πλαίσιο 3ης τεχνολογικής επανάστασης) Συστημάτων Αυτομάτου Ελέγχου μηχανών και ανθρώπων, παραγωγικών και κοινωνικών διαδικασιών, τα οποία υπόσχονται εγγυημένο τελικό αποτέλεσμα μέσα από τον έλεγχο κάθε επιμέρους ενέργειας/βήματος, κάθε επιμέρους φάσης αυτών των διαδικασιών (αντί του δειγματοληπτικού ελέγχου στην τελική φάση των παραγόμενων προϊόντων ή αποτελεσμάτων που ίσχυε παλαιότερα).
Ο κοινωνικός έλεγχος -πάντα στην υπηρεσία της κυριαρχίας και της πειθάρχησης- δεν φοράει μόνο τις στολές της αστυνομίας και του στρατού αλλά εξίσου αυτές της επιστήμης και της τεχνολογίας, επεμβαίνοντας με νέους όρους και επιπλέον τρόπους στο χώρο, τον χρόνο, τα σώματα και τις σχέσεις μας, διαμορφώνοντας νέες διαμεσολαβήσεις και περιφράξεις. Την ίδια στιγμή όμως και την αντίθεση σε αυτές: από την αμφισβήτηση και τις μοριακές αρνήσεις μέχρι τις συλλογικές αντιστάσεις των κοινωνικών/ταξικών αγώνων των τελευταίων μηνών και τις ανεξέλεγκτες συγκρούσεις με εξεγερτικά στοιχεία όπως η διαδήλωση οργής στις 9/3 στη Νέα Σμύρνη.
Είναι, λοιπόν, σημαντικό να αναγνώσουμε την κρατική διαχείριση της Covid19, τις απαγορεύσεις και την καραντίνα ως μηχανισμό κοινωνικού ελέγχου, επιτήρησης, καθυπόταξης και αντιεξέγερσης. Ως μηχανισμό βαθέματος των κοινωνικών διαχωρισμών και της ταξικής εκμετάλλευσης. Ως διαδικασία στρατιωτικοποίησης της καθημερινής ζωής. Εξάλλου, σε καμία από τις λεγόμενες κρίσεις (τυφώνες, «ασύμμετρες απειλές», ιογενείς λοιμώξεις, κοινωνικές εξεγέρσεις) δεν αποφασίστηκαν «έκτακτα μέτρα» των οποίων ο πυρήνας αναιρέθηκε στη συνέχεια. Ενώ όπως έχει ήδη γίνει σαφές, στις λεγόμενες υγειονομικές κρίσεις το ζήτημα των κρατών δεν είναι να διασώσουν τους πληθυσμούς τους από τις ασθένειες αλλά να μην κατηγορηθούν ότι τους εγκατέλειψαν, να μην φανεί ότι δεν μπορούν να εγγυηθούν τη διαχείριση των κοινωνικών προβλημάτων και την Τάξη, την ομαλή ροή των διαδικασιών παραγωγής-κυκλοφορίας εμπορευμάτων όπως και το βασικότερο εμπόρευμα: την ανθρώπινη εργασία. Στην παρούσα περίπτωση -ακολουθώντας παρεμφερείς, διαφορετικές ή συνδυαστικές μεθόδους- προσπαθούν να διαχειριστούν όσο πιο ομαλά και αναίμακτα γίνεται τη διασπορά της λοίμωξης και σταδιακά να κατορθώσουν ένα επίπεδο ανοσίας με την εισαγωγή (έμμεσα ή άμεσα) υποχρεωτικών εμβολιασμών.
Άλλωστε, το κράτος δεν είναι ο προστάτης μας αλλά ο δυνάστης μας. Γι’ αυτό και μετά την προσωρινή του απόσυρση από τους ελέγχους και τους τραμπουκισμούς μετά τα συγκρουσιακά γεγονότα της Νέας Σμύρνης, όπως και την απόσυρση από την καθημερινή παρουσία στα κανάλια του υπουργού καταστολής που είχε ονομάσει τους μπάτσους ως το ΕΚΑΒ της υγειονομικής κρίσης, επιχειρεί να επανέλθει ως προς τον έλεγχο των δημόσιων χώρων και των δραστηριοτήτων που εκδηλώνονται σε αυτούς, με αστυνομικές καταλήψεις ολόκληρων πλατειών και των περιμετρικών δρόμων τους για την απαγόρευση συνάθροισης-συγκέντρωσης κόσμου και με πιο «στοχευμένους» αστυνομικούς ελέγχους όπως και με τη δρομολόγηση σύστασης του νέου αστυνομικού σώματος για τα πανεπιστήμια.
Το ζήτημα δεν είναι η επιστροφή στην κανονικότητα
γιατί η κανονικότητα είναι το πρόβλημα
(από την εξέγερση στη Χιλή το 2019)
ή
Η κανονικότητα είναι η δυστοπία
του κράτους και του κεφαλαίου
Συνεχίζοντας στον ίδιο άξονα τον συλλογισμό σχετικά με την κρατική διαχείριση της λεγόμενης υγειoνομικής κρίσης, η επίκληση στην «κανονικότητα» και η επιστροφή σε αυτήν είναι μια απάτη. Πρώτον, γιατί οι εναλλαγές (κρισιακών) φάσεων έκτακτης ανάγκης και κανονικότητας είναι διαρκείς και διαδέχονται η μία την άλλη σε όλο και μικρότερα χρονικά διαστήματα, υποδεικνύοντας -ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες- ότι η κατάσταση έκτακτης ανάγκης έχει γίνει η κανονικότητα του συστήματος και η εξαίρεση έχει γίνει ο κανόνας. Δεύτερον, γιατί δεν υπάρχει καμία επιστροφή σε οποιαδήποτε παλαιότερη συστημική και κοινωνική «ισορροπία» αλλά κάθε φορά επιβολή μιας «νέας κανονικότητας» που ενσωματώνει και ομαλοποιεί όλες τις αλλαγές που επέφερε η «κατάσταση έκτακτης ανάγκης», επιχειρώντας να κανονικοποιήσει την διαρκή επέκταση και το βάθεμα της κοινωνικής ερημοποίησης από το κράτος και το κεφάλαιο.
Έτσι, το καθεστώς εξαίρεσης που εγκαθιδρύθηκε με πρόσχημα την εξάπλωση της λοίμωξης του SarsCov2 ήρθε να θέσει τις βάσεις της διαχείρισης από το κράτος και τα αφεντικά της εξελισσόμενης συστημικής κρίσης. Μια σειρά κρατικών μεταρρυθμίσεων που αποτελούσαν διακηρυγμένους στόχους πολύ πριν από την «κρίση της COVID-19» επιταχύνθηκαν κατά τη διάρκεια του πολύμηνου lock down. Το αντιπεριβαλλοντικό-αναπτυξιακό νομοσχέδιο που πριμοδοτεί την περαιτέρω λεηλασία της φύσης, ο πτωχευτικός κώδικας όπως και ο νόμος περιορισμού-απαγόρευσης διαδηλώσεων. Η αναδιάρθρωση των πανεπιστημίων στην κατεύθυνση της περαιτέρω σύνδεσής τους με την αγορά, με την ταυτόχρονη θέσμιση νέων ταγμάτων μπάτσων για τη φύλαξή τους ήρθε ακριβώς την περίοδο που αυτά παραμένουν κλειστά. Η πρόσφατη ψήφιση του νόμου για τα εργασιακά έφερε τη θεσμική κατάργηση της 8ωρης εργασίας, τη θεσμοποίηση των απλήρωτων υπερωριών, την πλήρη κατάργηση της κυριακάτικης αργίας, τον ψηφιακό έλεγχο του χώρου και του χρόνου μέσω της θέσμισης της τηλεργασίας και την παρανομοποίηση των απεργιών με ταυτόχρονη νομιμοποίηση απεργοσπασίας και χτύπημα της συνδικαλιστικής δράσης. Η παροχή των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων σε ιδιωτικές εταιρείες χρηματοπιστωτικών επενδύσεων (ο λεγόμενος 3ος πυλώνας ενός νεοφιλελεύθερου ασφαλιστικού συστήματος στα πρότυπα της σχολής του Σικάγο, που πρωτοεφαρμόστηκε στη Χιλή τη δεκαετία του ΄70 από την χούντα του Πινοσέτ) είναι το επόμενο στιγμιότυπο αυτής της διαδικασίας αναδιάρθρωσης. Ταυτόχρονα, οι μετανάστ(ρι)ες έχουν εξαφανιστεί από τη δημόσια συζήτηση και αορατοποιούνται μέσα από τον αέναο εγκλεισμό τους σε κέντρα κράτησης, αφού προηγήθηκε η εμφάνισή τους ως «εθνικού κινδύνου» στην Έβρο αλλά και ο εμπρησμός του κολαστηρίου της Μόριας από τους ίδιους. Ο ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός για τις ΑΟΖ συνεχίζει σε απευθείας τηλεοπτική αναμετάδοση. Η αύξηση των περιστατικών έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας έρχεται να επιβεβαιώσει τη βαθιά πατριαρχική δόμηση της κοινωνίας, κάτι που αποτυπώθηκε θεσμικά μέσω της ψήφισης του νόμου για τη συνεπιμέλεια που διευρύνει την αντρική/πατριαρχική εξουσία. Η πατριαρχία, ο εθνικισμός και ο ρατσισμός εκφράζονται με ολοένα και πιο επιθετικούς όρους. Οι νέες τεχνολογίες ψηφιοποίησης των δεδομένων και του κοινωνικού ελέγχου επιστρατεύονται και θεσμοποιούνται με ταχείς ρυθμούς.
Γι’ αυτό και θα μπορούσαμε να πούμε ότι η νέα κανονικότητα, με όλα τα δυστοπικά της χαρακτηριστικά, είναι ήδη εδώ. Γι’ αυτό επίσης είναι σωστή η επισήμανση ότι δεν επιδιώκουμε την επιστροφή στην κανονικότητα γιατί το πρόβλημα είναι η ίδια η κανονικότητα. Όπως αντίστροφα είναι σωστή η φράση των κυβερνώντων ανά τον κόσμο ότι έχουμε πόλεμο. Όχι όμως με κάποιον «αόρατο εχθρό», πόλεμο κοινωνικό-ταξικό.
Έφτασε ο καιρός που οι εξουσίες
θα ζητούν διαβατήριο από την κάθε μας στιγμή
Μέσα από αυτό το πρίσμα πρέπει να δούμε και τη διαφημιζόμενη καμπάνια (εμμέσως υποχρεωτικού) εμβολιασμού (που από το φθινόπωρο θα γίνει όπως φαίνεται ευθέως υποχρεωτικός για μια σειρά κοινωνικών/εργασιακών ομάδων) με το καθόλου τυχαίο όνομα «επιχείρηση ελευθερία» (η οποία ξεκάθαρα στοχεύει κατά προτεραιότητα στην επανεκκίνηση της τουριστικής βιομηχανίας και των σχετιζόμενων με αυτήν κλάδων, που συνιστούν το 25% του εγχώριου κρατικού ΑΕΠ). Σε συνέχεια της ετήσιας κρατικής/επιστημονικής/δημοσιογραφικής καμπάνιας περί ατομικής «ευθύνης» αλλά και της κοινωνικής αλληλεγγύης εννοούμενης ως πρακτική «κοινωνικής αποστασιοποίησης». Έννοιες που η σκόπιμα αντεστραμμένη χρήση τους υποδηλώνει ότι οι πιο επικίνδυνες μεταλλάξεις δεν είναι κατ’ ανάγκη αυτές των ιών αλλά των εννοιών και των νοημάτων τους.
Γιατί δεν είναι απλά οι αμφιβολίες και ο σκεπτικισμός σχετικά με τα εμβόλια κατά του κορωνοιού, τις ενδεχόμενες παρενέργειες τους, τη διερευνώμενη αποτελεσματικότητά τους, την απαραίτητη επαναληψιμότητά τους, τα δισεκατομμύρια κερδών για τις φαρμακοβιομηχανίες, την εισαγωγή τεχνητού mRNA στον ανθρώπινο οργανισμό (ως μια λύση έκτακτης ανάγκης για την επανεκκίνηση της οικονομίας που παρακάμπτει ακόμα και τα δικά τους στάδια και πρωτόκολλα πειραματικών δοκιμών) καθώς και την -έμμεση ή άμεση- υποχρεωτικότητά τους (σύμφωνα με τον Π.Ο.Υ. για να επιτευχθεί «ανοσία αγέλης» και να επιστρέψουμε στην κανονικότητα πρέπει να εμβολιαστεί τουλάχιστον το 60-70% του παγκόσμιου πληθυσμού, δηλαδή 5 δισεκατομμύρια άνθρωποι -το ίδιο μέγεθος τίθεται ως αρχικός στόχος και από το κάθε κράτος για τον δικό του πληθυσμό). Ακόμα σημαντικότερο είναι τo προετοιμαζόμενο από πλευράς εξουσίας πιστοποιητικό εμβολιασμού για τον SARS-COV-2, για την πρόσβαση του καθενός και της καθεμίας σε κοινωνικές δραστηριότητες εντός κάθε κράτους και το ειδικό υγειονομικό διαβατήριο για τη μετακίνηση από τη μία χώρα της ΕΕ στην άλλη (Digital Green Certificate). Τα οποία εισάγουν-θεσμίζουν νέες μορφές κοινωνικών διακρίσεων, οργανώνουν νέες περιφράξεις για τα σώματα μας και για την ίδια τη συμμετοχή του καθενός και της καθεμίας στο κοινωνικό σώμα, συνιστώντας νέα διαβατήρια δυνατότητας μετακίνησης και πρόσβασης ή αντίστροφα συνοριακών απαγορεύσεων, φραχτών και checkpoints. Η διαμεσολάβηση του κράτους σε κάθε δραστηριότητα στο πλαίσιο της κοινωνικής ζωής (εργασία, διασκέδαση, ταξίδια, μετακινήσεις κ.α.) εκτείνεται και βαθαίνει ενώ η ταξική διάρθρωση και οι ρατσιστικές διακρίσεις θα επικυρωθούν και με τα νέα ειδικά υγειονομικά πιστοποιητικά και διαβατήρια, διαμέσου των οποίων οι υφιστάμενες ανισότητες θα μεταγράφονται και ως υγειονομική διαφορετικότητα-διαβάθμιση.
Η διαδικασία του εμβολιασμού για την Covid-19 δεν αποτελεί απλά μια «σύσταση» ή μια πιθανότητα, όπως γινόταν με τα εμβόλια για τη γρίπη και άλλες ιώσεις στο παρελθόν. Είναι η προέκταση των κρατικών εκβιασμών όπως αυτοί επιβλήθηκαν από την εμφάνιση του Sars-Cov-2 και μετά. Μιας κρατικής ρητορικής, που μεθοδεύει σταδιακά την υποχρεωτικότητα (έμμεσα ή άμεσα) του εμβολιασμού και συνοδεύεται από την έκδοση του ψηφιακού πράσινου διαβατηρίου, ενώ ταυτόχρονα η εμβολιαστική διαδικασία αποτελεί το πεδίο εκείνο της μετακύλισης της «υπευθυνότητας» σε κάθε άτομο ξεχωριστά. Κάθε άτομο (ετερο)προσδιορίζεται ως «εγγυητής και φρουρός» της συλλογικής προσπάθειας και όσοι/όσες δεν ακολουθούν καταρχήν στιγματίζονται, ενώ διατυπώνεται ανοιχτά πλέον μια προοπτική τιμωρίας τους, είτε με αποκλεισμούς είτε και με την απειλή απόλυσης στην εργασία τους. Χαρακτηριστικές, ως προς αυτό, είναι οι θέσεις ενός μέλους της επιτροπής των ειδικών που ορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις ζωές μας τον τελευταίο 1,5 χρόνο, ότι «όποιοι και όποιες δεν εμβολιαστούν αποτελούν στην ουσία λαθρεπιβάτες της ζωής». Πρόκειται για μια από τις πιο εκχυδαϊσμένες διατυπώσεις της αναπαράστασης-απεικόνισης της κοινωνίας ως «ανοσοποιημένου σώματος» όπου ο καθένας και η καθεμία συνιστούν τα επιμέρους κύτταρά του, τα οποία έχουν την ευθύνη να μείνουν υγιή γιατί διαφορετικά ευθύνονται για τον κίνδυνο επιμόλυνσης ολόκληρου του σώματος. Δεν είναι τυχαίο ότι οι υγειονομικοί/ες που αναγνωρίστηκαν την προηγούμενη περίοδο ως «ήρωες πολέμου» στην «πρώτη γραμμή της μάχης» απέναντι στον «αόρατο εχθρό», θα αποτελέσουν μέσα στους επόμενους μήνες το συμβολικά εξέχον πεδίο εφαρμογής των νέων καταναγκασμών, μετά τη σχετική συζήτηση που άνοιξε με δήλωσή του ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Τι θαυμάσια αντιστροφή!!! Στο κάδρο επίσης βρίσκονται ήδη εργαζόμενες/οι σε οίκους ευγηρίας, εκπαιδευτικοί και πολλοί/ες άλλοι/ες.
Ο (έμμεσα ή άμεσα) υποχρεωτικός εμβολιασμός δεν αποτελεί τίποτα άλλο από την εφαρμογή μιας «κατάστασης εξαίρεσης» στο υγειονομικό πεδίο, για να μπορέσει να αντιμετωπιστεί η απειλή που προκάλεσε αυτή την «κατάσταση έκτακτης ανάγκης». Και η «εξαίρεση» μπορεί να προκαλέσει ακόμα και «αναστολή συνταγματικά κατοχυρωμένων ελευθεριών», όπως αυτό της ατομικής βούλησης/επιλογής απέναντι σε μια επιβαλλόμενη ιατρική πράξη. Η «εξαίρεση» λαμβάνει καθολικό και διαρκή χαρακτήρα και γι’ αυτό το λόγο χρησιμοποιήθηκε η πολεμική ορολογία απέναντι στον «αόρατο εχθρό» για να μπορέσει να στοιχειοθετηθεί η «κατάσταση πολιορκίας» και όσα αυτή συνεπάγεται.
Στον υποχρεωτικό εμβολιασμό έρχεται να προστεθεί η υποχρεωτικότητα των self-tests και της δήλωσής τους σε κρατικές ψηφιακές πλατφόρμες, τα οποία αποτελούν μια νέα τεχνική όπου ο κάθε άνθρωπος αποτελεί τον υγειονομικό ελεγκτή του εαυτού του. Η υπόδειξη είναι ότι είμαστε διαρκώς πιθανολογικά άρρωστοι σε λανθάνουσα κατάσταση, δηλαδή υγιείς σε αναστολή, μέχρι το εργαλείο του self-test να δείξει το αντίθετο. Είναι η απόλυτη συνέχεια της αφήγησης των ειδικών για τον ασυμπτωματικό φορέα του Sars-Cov-2 που αποτελεί ασύμμετρη απειλή για το κοινωνικό σώμα. Πάνω σε αυτή την αφήγηση εγκαθιδρύθηκαν τα μέτρα της κοινωνικής αποστασιοποίησης και των απαγορεύσεων, ενώ πάνω στον εμβολιασμό και τα self-tests χτίζεται ιδεολογικά η «ασφάλεια του ανοίγματος». Ταυτόχρονα, όμως, η υποχρεωτικότητα των self-tests και της δήλωσης των αποτελεσμάτων τους κάνει και κάτι ακόμα: ιατρικοποιεί την καθημερινότητα και αποτελεί άσκηση εμπέδωσης της διαδικασίας (κατ’ ευφημισμό εθελούσιων, στην πράξη εξαναγκαστικών) ιατρικών πράξεων, που είναι μάλιστα διαθέσιμες/ορατές στα αφεντικά, τους ελεγκτικούς μηχανισμούς και το υπουργείο εργασίας και έχουν χαρακτήρα «διαβατηρίου» μπροστά στις νέες κοινωνικές συνοριογραμμές.
Οι εκβιασμοί και οι περιφράξεις του «ανοίγματος» αποτελούν τη συνέχεια του νήματος των κρατικών προσταγών και απαγορεύσεων του προηγούμενου διαστήματος του lock-down. Υπηρετούν το σχήμα εξωτερική απειλή / διάχυση του φόβου / κράτος προστάτης και εγγυητής της ζωής / επιβολή περιορισμών για το καλό μας / εμβόλιο / υγειονομικά διαβατήρια / νέα κανονικότητα. Είναι η κυριαρχική απάντηση, η οποία έχει λάβει καθολικό χαρακτήρα (τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο) και επιχειρεί μέσω των αξιωματούχων και ειδικών του κράτους, των ΜΜΕ και διεθνών κυριαρχικών οργανισμών να αποτελέσει τον ένα και μοναδικό λόγο αλήθειας. Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος βέβαια, για να προχωρούν οι κυριαρχικοί σχεδιασμοί, είναι να εθνικοποιούνται / κρατικοποιούνται / συστρατεύονται οι συνειδήσεις των υποτελών κοινωνικών ομάδων και τάξεων. Το κράτος θέτει το πλαίσιο και ακόμα και όταν οι πράξεις των εκμεταλλευόμενων δεν εκκινούν από συνειδητή επιλογή συστράτευσης ή συναίνεσης, η κυριαρχία θα επιχειρήσει να τις ομογενοποιήσει και να τις ιδεολογικοποιήσει, έτσι ώστε να συνεχιστεί η κυρίαρχη αφήγηση της ατομικής ευθύνης και της επιβολής μιας διάχυτης ενοχής, που κυριάρχησε εντός της καραντίνας. Με την ίδια ακριβώς διαδικασία, όπου όσοι και όσες διαφώνησαν, άσκησαν κριτική και υπονόμευσαν την κυριαρχική επιβολή απαγορεύσεων το προηγούμενο διάστημα χαρακτηρίστηκαν συλλήβδην από την κυριαρχία ως «ανεύθυνοι/ες», «αρνητές» ακόμα και «ψεκασμένοι/ες», έτσι και τώρα επιχειρείται να παρουσιαστούν και πάλι ως «κοινωνικά ανεύθυνοι/ες» όσοι και όσες επιλέγουν να μην εμβολιαστούν.
Η επιλογή του μη εμβολιασμού, μπορεί να έχει διαφορετικές αφετηρίες, αλλά η κρατική διαχείριση επιχειρεί να την επανεγγράψει ως μια επιλογή με συγκεκριμένα αρνητικά κοινωνικά σημαινόμενα. Σε κάθε περίπτωση, η κατηγοριοποίηση και ο διαχωρισμός των υποκειμένων σε δυο θέσεις μάχης, αντικειμενοποιώντας τόσο τις υποκειμενικές επιλογές όσο και τις διαφορετικές συνθήκες στις οποίες γίνονται οι επιλογές, αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο στην κρατική ρητορική. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η επιλογή της φροντίδας του/της εαυτής μας με όποιο τρόπο εμείς επιθυμούμε ατομικά και συλλογικά, υποκαθίσταται από την πανεποπτεία και τον ολοκληρωτικό τρόπο διαχείρισης του κράτους και των επιστημονικών επιτροπών.
Μέσα από τη συνολικότερη κρατική διαχείριση και την οργανωμένη διάχυση του Φόβου, επιχειρείται να αναδομηθεί η αντίληψη για το σώμα μας σε δυο κατευθύνσεις: Από τη μια, αποκτά όλο και λιγότερη βαρύτητα μπροστά στη σωτηρία του κοινωνικού σώματος. Ωστόσο, την ίδια στιγμή αποκτά τεράστια σημασία, μιας και η δυνατότητα του να επιμολύνει ή να διεμβολίσει όλο τον κοινωνικό σχηματισμό παρουσιάζεται τόσο μεγάλη ώστε η διευθέτηση της επιβολής πράξεων σε αυτό αποτελεί πρωταρχικό ζήτημα από την πλευρά της κυριαρχίας. Η παράλληλη αυτή διττή σημασιοδότηση επιτελείται και επενδύεται στη βάση του πρωτογενούς φόβου όλων μας απέναντι στη φθορά και την ασθένεια των σωμάτων, όπως και τον θάνατο, καθιστώντας την ατομική/συλλογική φροντίδα και τον αυτοκαθορισμό των σωμάτων μας μια σύνθετη επιλογή. Ανεξάρτητα από τον ορθολογικό ή ανορθολογικό χαρακτήρα ή τη θέση μάχης, που προσδίδει σε αυτήν η κρατική διαχείριση.
Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την αύξηση με γεωμετρική πρόοδο της εκμετάλλευσης στα εργασιακά κάτεργα, την τηλεργασία, την τηλεκπαίδευση, την όλο και εντατικότερη λεηλασία του φυσικού περιβάλλοντος, την προώθηση της «πράσινης ανάπτυξης», την σκλήρυνση των όρων ζωής στις φυλακές και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστ(ρι)ών, την ψηφιοποίηση, την επιτήρηση και τον έλεγχο σε συνδυασμό με τις νέες κατασταλτικές μεθόδους, αποτελούν έκφραση της ανάδυσης της σύγχρονης δυστοπίας του κράτους και των αφεντικών, του νέου ολοκληρωτισμού, σε επίπεδα που δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε μέχρι πρότινος.
Απέναντι σε αυτή τη συνθήκη που επιχειρεί να μας συνθλίψει με φυσικούς, οικονομικούς και ψυχολογικούς όρους, ας επιχειρήσουμε να «αναδείξουμε» τα σημεία εκείνα που η συναίνεση φαίνεται να παρουσιάζει ρωγμές, προωθώντας τη σύγκρουση και την εξέγερση απέναντι στις κρατικές προσταγές. Ας ανακαλύψουμε τους τρόπους εκείνους, μέσω των οποίων μπορούμε να οξύνουμε την κοινωνική πόλωση για να πραγματοποιήσουμε μεγαλύτερες «φθορές» στην φαινομενικότητα της κυριαρχικής παντοδυναμίας. Ας γίνουμε συνειδητά το λάθος στην κυριαρχική εξίσωση πειθάρχησης και υποταγής. Ας υπονομεύσουμε με κάθε τρόπο την επιβολή της νέας κρατικής, καπιταλιστικής, πατριαρχικής, εθνικιστικής, ρατσιστικής, τεχνοκυβερνητικής κανονικότητας. Ας επιχειρήσουμε τον αυτοκαθορισμό του χρόνου, των σωμάτων μας, της ζωής μας ολόκληρης. Γιατί είναι η ευφυία και φαντασία των εκμεταλλευόμενων και καταπιεσμένων, η αντιιεραρχική λογική και οι αυτοοργανωμένοι τρόποι, η άρση των επίπλαστων διαχωρισμών, η αμοιβαιότητα και η αλληλοβοήθεια, οι ακηδεμόνευτοι αγώνες και οι ρηξικέλευθες επιλογές που εισηγούνται, κάθε φορά που εκδηλώνονται, τη δυνατότητα για την «έφοδο στον ουρανό». Ως δημιουργική καταστροφή του εξουσιαστικού πλέγματος, ως διαδικασία χειραφέτησης, ως επινόηση νέου τύπου κοινωνικών σχέσεων και συλλογικών μορφών ζωής, ελευθεριακών και εξισωτικών.
Συνέλευση ενάντια στην καταστολή και για την αλληλεγγύη στις καταλήψεις
Leave a Reply