Δεν ξέρω πια αν φτάνουν οι λέξεις για να αποτινάξουν την εσχατιά των συνειδήσεών μας
Δεν ξέρω πια αν φτάνουν οι άναρθρες κραυγές για το ξύπνημα των σκέψεων.
Οι οργανωτές της ανίας έδωσαν το σάλπισμα για την ανέγερση των αγαλμάτων και ο κόσμος απέκτησε είδωλα και πέτρινα σώματα. Ο καθένας απέκτησε την βρωμερή πατρίδα του και έβαλε ένα τόνο μπετόν στη σκέψη του. Είναι δύσκολο τα σώματα να υπάρξουν τόσο βαριά. Όταν η φτώχεια της σκέψης αντάμωσε την φτώχια του σώματος, την πείνα και την εξαθλίωση η Φυλή και η Πατρίδα απέκτησε μεγαλύτερη υπόσταση. Ποιός φταίει που είμαι φτωχός; Η τυφλότητα θα απαντήσει πρώτη…θα στάξει από στόμα σε στόμα το σάλιο της, μέχρι που να φτύνει ο ένας μανιωδώς τον άλλον. Και το βάδισμα συνεχίζεται, με μάτια ασάλευτα, άλλοι σωπάνε και άλλοι αρνιούνται την θέληση τους για ζωή, άλλοι ζητωκραυγάζουν για την πορεία της απόγνωσης. “Τι να κάνουμε έτσι είναι ο κόσμος”, “Δε βαριέσαι μωρέ”…αυτά τα λόγια αντιλαλούν και έχουν τις ρίζες τους στη λάσπη. Ήθη δούλων.
*αναδημοσίευση από το μπλογκ της θεατρικής ομάδας Σπίρτο
Leave a Reply