Τι το χειρότερο; Όμηρος της εικόνας σου. Και η εικόνα σου να σημαίνει κομμάτι ενός αιώνιου παρελθόντος. Χαζεύεις φευγαλέα τον εαυτό σου στους καθρέφτες των γυαλιστερών καταστημάτων και απορείς γι αυτό που σημαίνεις εσύ στο χώρο και στο χρόνο. Παραξενεύεσαι όταν σε σκουντάνε οι περαστικοί, λες και το κάνουν για να θυμίσουν την θνητή σου παρουσία, που αδιόρατα αρχίζεις να ξεχνάς. Σταματάς. Κάθεσαι στα σκαλάκια μιας πολυσύχναστης πολυκατοικίας με το κεφάλι ακουμπισμένο στις παλάμες. Σταματάς για να σταματήσεις την κάθε ανειλημμένη σου σύμβαση στην πόλη. Για να ξεφύγεις από τα συμφωνημένα δευτερόλεπτα και να χαθείς στο άπειρο. Εκεί. Μέσα στην πολυκοσμία. Από τα σκαλάκια στο άπειρο. Με τα δάχτυλα ακολουθείς τα αυλάκια του προσώπου σου κι αναγνωρίζεις τα σημάδια από τις παιδικές πληγές, σχεδόν νοιώθοντας το αίμα να τρέχει. Συλλογιέσαι τη δειλία σου όταν έτρεχες να γλιτώσεις από τους πιο δυνατούς. Μερικές φορές, δεν θυμάσαι, ίσως και να είχες προδώσει. Αν όχι, είσαι σίγουρος ότι κάποτε ήσουν σχεδόν έτοιμος να το κάνεις. Τι ταπείνωση! Σκέφτεσαι ότι γι’ αυτές τις στιγμές δεν έχεις μιλήσει σε κανένα μέχρι σήμερα. Σκέφτεσαι ότι κανένα χαρτί, μέσα στα τόσα που έχεις γεμίσει με λέξεις, δεν έχει φιλοξενήσει αυτές σου τις περιγραφές. Μετά μπορείς και παραξενεύεσαι με την χαμένη πια ευκολία με την οποία έκλαιγες. Νοσταλγίες που ανταγωνίζονται τις τωρινές σου εκτονώσεις. Προχωρώντας στο χρόνο γίνεσαι παλικαράκι λοιπόν, με το αίμα να έχει σταματήσει να τρέχει πια. Οι εικόνες έχουν την ιστορία τους. Τι να δείξουν από σένα οι βιτρίνες των γυαλιστερών καταστημάτων; Αυτές μπορούν μόνο να παγώσουν τις στιγμές σου, φευγαλέα μπερδεμένες με την πραμάτεια, που επιτηδευμένα διαλαλούν. Εδώ καταφέρνεις να διαφεύγεις από τους πιο δικούς σου ανθρώπους! Είσαι η πιο απίθανη διάθλαση. Και η επιφάνεια που σε κόβει στη μέση μπορεί να είναι πότε κάποια σκαλάκια και πότε ένα λυπηρό άπειρο. Σηκώνεσαι. Περπατάς κι επιστρέφεις στους αδημονούντες εκβιασμούς. Ενδίδεις χωρίς να μπερδεύεις τις παιδικές ταπεινώσεις με τις ώριμες συμφωνίες σου. Κάποιον χαιρετάς στο δρόμο. Δεν έχει σημασία ποιόν. Διαθλάσαι στην επιφάνεια των εικασιών που Αυτός έχει κάνει για σένα. Προσπαθείς να τον κοιτάξεις στα μάτια για να προλάβεις τον τρόπο που σε λογαριάζει. Αναρωτιέσαι αν γνωρίζει προς τα πού πας και πώς λογαριάζει την κατεύθυνση που σου χρεώνουν οι ανειλημμένοι σου εκβιασμοί. Αυτή είναι η δική του πραμάτεια που ίσως επιτηδευμένα να διαλαλεί στα δικά σου ενδιαφέροντα. Όπως και να’ χει, μάταια. Μαζεύεις μαζί με τα βγαλμένα νύχια σου και τα δάκρυα που καραδοκούν. Χάνεται στο πλήθος όπως και συ. Αναλογίζεσαι ίσως την ματαιότητα της αγωνίας. Σε προσπερνάνε οι εικόνες σου στα παράθυρα των αυτοκινήτων. Αλήθεια πώς τις πρόσεξες; Μήπως είσαι λίγο νάρκισσος; Γιατί ξετρυπώνεις την εικόνα σου από παντού; Γιατί λατρεύεις αυτές τις θολές σου παραμορφώσεις στις λείες διαφάνειες της πόλης; Αν παραπονιέσαι για την άγνωστη ιστορία της εικόνας σου, για ένα ζωντανό κομμάτι σου που χάνεται καθώς εντυπώνεσαι στους Άλλους, τότε δεν έχεις παρά να εμπνευστείς την δημοσιοποίηση του. Αν παραπονιέσαι για την σύγχρονη θεαματική ομηρία σου, τότε δεν έχεις παρά να γίνεις θρασύς και άκομψος με το αιώνιο παρελθόν σου. Η σημαντικότητα της ιστορίας του καθένα είναι αποσιωπημένη από την εικόνα του. Την ιστορία του καθένα θα την καταλάβεις μόνο όταν θα μπορέσεις να νοιώσεις την βαρύτητα των βημάτων του. Αν δοκιμάσεις να τον αγκαλιάσεις και να τον σηκώσεις παιχνιδιάρικα στον αέρα. Αν σκύψεις λίγο πάνω από τα νοήματα του και δοκιμάσεις να τα σώσεις από την πτωτική νομοτέλεια της βαρύτητας. Θυμάσαι ότι συνεχίζεις να κινείσαι στην πόλη. Προσπερνάς σκαλάκια και άπειρο. Σκέφτεσαι ότι πας προς την κατεύθυνση που λήγει με τους εκβιασμούς χωρίς όμως να παύει να τους αναπαράγει καθημερινά. Ακόμη κι εκεί που πας ωστόσο, χωρίς τους εκβιασμούς, δεν έχεις τελειώσει με την ομηρία της εικόνας σου, με την συγκεκριμένη διάθλαση σου στις ελεύθερες ματιές που σε επεξεργάζονται. Ένα κουτσουρεμένο αιώνιο παρελθόν κρύβεται ασφαλές μέσα στην εικόνα που επιμελημένα περιφέρεις. Ακόμη κι εκεί μπορείς να παραξενεύεσαι όταν κάποιος σε σκουντάει κατά λάθος θυμίζοντας σου την θνητότητα. Όχι των επιλογών! Τη δική σου…
στα σκαλάκια όμηρος, στο άπειρο θνητός
by
Tags:
Leave a Reply