Πραγματώσεις | αφανής κοινότητα [καραντίνα #2 κείμενα]

Η κρατική προσταγή των ημερών είναι: «έχεις δικαίωμα πάνω στη δική σου ζωή, αλλά όχι πάνω στις ζωές των άλλων». Πρόκειται για ένα εξοργιστικά υποκριτικό πολιτικό συμφέρον που κρύβεται πίσω από μια κλασική ανθρωπιστική προσχηματική. Βασικές κοινοτοπίες. Ένα πολιτικό σύστημα με καθήκον να νομιμοποιεί και να προστατεύει, στα ημέτερα εδάφη, τα περίπου 25.000 άτομα, τα οποία αποτελούν τον πυρήνα της αστικής τάξης και τα οποία εκμεταλλεύονται τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων. Κι αυτή η εκμετάλλευση δεν έχει όρια. Όταν σκοτώνονται άνθρωποι στα εργοτάξια, καίγονται στα διυλιστήρια και τα χαλυβουργεία, πνίγονται από αέρια στα ναυπηγεία, σακατεύονται με τα μηχανάκια στους δρόμους, η κρατική προσταγή αποκαλύπτεται στην ωμή της πραγματικότητα: «η ζωή μερικών είναι αυτόκλητο δικαίωμα πάνω στις ζωές των άλλων». Ή, πιο συγκεκριμένα, η ζωή μερικών τρέφεται από τις ζωές των πολλών άλλων.

Βασικές κοινοτοπίες. Κι όμως, πρέπει να θυμηθούμε, μια και αναφερόμαστε στα ημέτερα εδάφη, ότι η κοινωνία δεν θεωρούσε αυτή τη βασική κοινοτοπία ως δεδομένη. Και δεν αναφερόμαστε στα χρόνια του ριζοσπαστικού διαφωτισμού. Στα όρια της κλασικής αρχαιότητας και λίγο πριν τον Πελοποννησιακό Πόλεμο είχαν αρχίσει να ακούγονται φωνές στην Αθήνα που αντιλαμβάνονταν ότι δεν μπορεί να υπάρχει ισονομία μεταξύ των πολιτών όταν υπάρχει εκμετάλλευση μεταξύ τους. Δημιουργήθηκε ένα δομικό παράδοξο. Λίγο μετά ξέσπασε… πόλεμος. Μια καταστροφή που βύθισε στο σκοτάδι για αιώνες, μαζί με εκείνο τον “μικρό Διαφωτισμό”, και εκείνες τις φωνές.

Αυτή η εξοργιστικά υποκριτική ισονομία, στον καιρό της καραντίνας, είναι λογικό να έχει γίνει πιο επιθετική σε επίπεδο κρατικών προσταγών, καθώς αναμοχλεύεται-προς-αναδιάταξη όλο το καθεστώς της εκμετάλλευσης. Ποιος θα μπορούσε να έχει εμπιστοσύνη σε ένα τέτοιο οικονομικό και πολιτικό σύστημα αν δεν εμφάνιζε τον εαυτό του –με εκβιαστικό τρόπο– ως το μόνο βιώσιμο, το μόνο υπαρκτό, το μόνο αποτελεσματικό, το μόνο λειτουργικό; Και ο εκβιαστικός τρόπος εντοπίζεται ακριβώς εκεί που εκφράζεται η αμφισβήτηση, η κριτική και η άρνησή του. Η κοινωνία του θεάματος, αυτή που με τις μηχανές προπαγάνδας ενοποιεί όλη την πραγματικότητα σε ένα και μόνο φαινόμενο, την κυριαρχία ενός μονοδιάστατου κόσμου, αυτή η κοινωνία δεν έχει καμία αναφορά για τους αρνητές της. Όλα εξελίσσονται μέσα της και προς το συμφέρον της. Δεν υπάρχει άρνηση εντός της και δεν υπάρχει τίποτε εκτός της.

Μπορείτε τώρα να αντιληφθείτε, γιατί μια τέτοια κοινωνία φτάνει αυτές τις μέρες σε μια τέλεια πραγμάτωση. Οι συντριπτικά περισσότεροι από αυτούς και αυτές που έχουν τις αναφορές τους στον εγγενή ανθρωπισμό του αγώνα για την κατάργηση της εκμετάλλευσης και καταπίεσης, δεν εναντιώνονται στις κρατικές προσταγές. Όχι γιατί πειθαρχούν σε κάτι έξω από τον εαυτό τους, ούτε γιατί αναγνωρίζουν την έννοια της ατομικής ευθύνης, αλλά γιατί, εν μέσω καραντίνας, έχουν τις αναφορές τους στην έννοια της κοινωνικής ευθύνης και υπακούν στον εγγενή ανθρωπισμό της.

Όσον αφορά τις συντριπτικά περισσότερες φωνές αρνητών των κυρίαρχων προσταγών, αυτές προέρχονται από εκείνη τη πλευρά που επιδιώκει την επίταση του μονοδιάστατου ανθρώπου. Είναι φωνές που, στο όνομα της θρησκείας, ζητάνε ένα ακόμη πιο κεντρομόλο κρατικό σύστημα προς τον εξανδραποδιστικό του πυρήνα.

Η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα. Γι’ αυτό ποδοπατιούνται μπροστά στις άγιες τράπεζες άνθρωποι που αγγίζουν το βεληνεκές του θανάτου. Έχουν πειστεί, κρίνοντας εξ ιδίων, ότι δεν υπάρχει άνθρωπος που να είναι ανιδιοτελής. Δεν πιστεύουν στους ανθρώπους παρά μόνο σε έναν θεό. Με αυτόν, και μόνον αυτόν, στήνουν τον εσωτερικό τους διάλογο διαπραγματευόμενοι τη σωτηρία τους. Κρίνοντας τις ζωές τους, η συντριπτική τους πλειονότητα συμμετείχε ενεργά στην παραγωγή και αναπαραγωγή ενός κόσμου γεμάτου ιδιοτέλεια, μικροψυχία, μισανθρωπισμό και εθελοδουλεία. Ακριβώς αυτά είναι και τα κίνητρα με τα οποία διεκδικούν τη σωτηρία τους. Μετάνοια γι’ αυτούς είναι η απόπειρα να συνδέσουν τις δικές τους αμαρτίες με τις πιο ιδιοτελείς, μικρόψυχες, μισάνθρωπες και εθελόδουλες προσταγές του χριστιανισμού για να τις ξεφορτώσουν σε έναν θεό που έχουν φτιάξει στα μέτρα τους. Ένας θεός που φορτώνεται τις δικές τους αμαρτίες. Συνεπείς μέχρι τέλους. Η επιθετικότητά τους ενάντια σε ό,τι εμποδίζει την διεκδίκηση αυτής της σωτηρίας είναι και η απόδειξη ότι είναι θανάσιμα αμετανόητοι. Μια κοινότητα υποκριτών είναι μια μη κοινότητα. Είναι μια αγέλη που την καθοδηγούν οι εκκλησίες, ως οι εμπορικές αντιπροσωπείες ενός κακοχωνεμένου θεού.

Αυτή η κοινωνία, με το να μην υπάρχει άρνηση εντός της και απολύτως τίποτε εκτός της, διάγοντας μια εποχή σιωπηλής ισορροπίας, θέλει να θεσμίζει κάθε μορφή πραγμάτωσής της. Το γένος του δόγματος “πατρίς, θρησκεία, οικογένεια” συμβάλλει με εξαιρετική δυναμική σε αυτήν την πραγμάτωση. Οι πραγματικοί αρνητές της, ωστόσο, μανιασμένοι από την πραγμάτωση του δικού τους ανυπόκριτου ανθρωπισμού, αναπόφευκτα θα συγκρουστούν με κάθε πραγμάτωση που θα αποπειραθεί να θεσμίσει την μισάνθρωπη σχέση μεταξύ μιας ολοκληρωτικής ανισονομίας και μιας εκμετάλλευσης σε βαθμό γενικευμένης λεηλασίας.

αφανής κοινότητα, 21/4/2020


Posted

in

by

Tags:

Comments

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *