Με το τσιγάρο στο χέρι, πηγαίνοντας πέρα δώθε στο μικρόστενο δωμάτιο, παιδεύομαι μια φορά ακόμη, στριφογυρίζει στο μυαλό μια λέξη, η λέξη ξενοιασιά, στριφογυρίζει ένα κλαμένο πρόσωπο του παρελθόντος που λεει αργά και απαιτητικά: θέλω να ξενοιάσω, σαν ένα στερημένο δικαίωμα που δραπετεύει διαρκώς από το κατάφορτο παρελθόν, ένα αμείλικτο αίτημα που αποτυπώνεται σε διαφορετικά πρόσωπα, κάθε φορά σε άλλο τόπο και χρόνο, για να τραβήξει την αδρεναλίνη της δράσης, της αμείλικτης -με τη σειρά της- δράσης, να θυμίζει ότι κάτι δεν υπολογίζω, ότι πάντα υπάρχει ένας αστερίσκος που πρέπει να παίρνεται υπόψη όταν υπολογίζω τους άλλους, που πρέπει να εξεταστεί κάποια στιγμή εκτενώς στην συνείδηση μου, ότι οι άνθρωποι έχουν ανάγκη κι από ξενοιασιά, ότι κι εγώ πρέπει να ξενοιάζω, και έτσι αυτή η ξενοιασιά φορτώνεται με μια μυθική δύναμη, απλώνεται σαν ένα πεδίο φιλόξενο σε κάθε ταλαιπωρημένο μυαλό και σώμα, σαν ένα σπίτι με πολλά πατώματα, πολλά δωμάτια, σαν ένα άσυλο ψυχικής αποφόρτισης, ένας κοινός τόπος που οι άνθρωποι μιλάν την ίδια γλώσσα, αυτήν που επιβεβαιώνει την παρουσία τους εκεί, ίσως κάτι σαν γιορτή, ίσως μοναχικός περίπατος, ίσως ανάμεσα σε ιδρωμένα σώματα, ίσως σε μια σκοτεινή αίθουσα με κινούμενες εικόνες ή σε μια παράσταση, πάντως όχι όταν δημιουργείς εσύ, όχι όταν έστω συμμετέχεις δημιουργικά, όχι όταν δρα η επίγνωση της μοναδικότητας σου, ξενοιάζεις όταν υπάρχεις χωρίς να είναι απαραίτητο να υπάρχεις εκεί την συγκεκριμένη στιγμή, όταν ξεχνάς την ανάγκη της παρουσίας σου κάπου, όταν βγαίνεις από τον εαυτό σου, και τον στέλνεις συνειδητά εκεί που δεν έχει τίποτα από τις «τετριμμένες» σου δραστηριότητες, μακριά από τις επιλογές σου, και ίσως είναι αυτό ακριβώς το κλειδί: οι επιλογές, που διαχωρίζουν την ξενοιασιά από την διασκέδαση, από το επιτηδευμένο σκόρπισμα, αυτός που έχει αφεθεί να χάσει τον εαυτό του μέσα σε επιλογές άλλων, δεν μπορεί παρά να σκορπίζεται αναγνωρίζοντας στα κομμάτια του τον τεμαχισμένο του εαυτό, αποζητά από το κάθε περιβάλλον την επιβεβαίωση της νεκρικής ακαμψίας εν ζωή, ενώ αυτός, που από μόνος του έχει επιλέξει τις «τετριμμένες» του δραστηριότητες, δεν μπορεί παρά να έχει ποιοτικές απαιτήσεις από την όποια αποφόρτιση, και μια και σ’ αυτές τις σελίδες αναφερόμαστε, κατά κόρον, στις δικές μας επιλογές, τότε οφείλουμε να δούμε ξεκάθαρα πόσο χώρο έχουμε σε κάθε τρέχουσα έννοια της λεγόμενης ξενοιασιάς, και αντιμετωπίζοντας ειλικρινά αυτόν τον συλλογισμό, δεν μπορούμε παρά να παραδεχτούμε, ότι μέσα σ’ αυτόν τον πολιτισμό που μας περιβάλλει, δεν έχει πουθενά ξενοιασιά για μας, κι αν ακόμη ξεχαστείς και εντέλει καταφέρεις να απολογιστείς κάποιες στιγμές ξενοιασιάς, τότε αντιλαμβάνεσαι ότι ήταν εντελώς τυχαίο, απλώς δεν έτυχε κάτι να σου θυμίσει ότι βρίσκεσαι σε ένα ιδιότυπο no man’s land, σε μια ουδέτερη ζώνη ενός εν εξελίξει πολέμου, και είναι σίγουρο ότι αν κάτι σου το θύμιζε, τότε θα ήταν επιλογή να «σιωπήσεις» εν ονόματι της ιεράρχησης σαν πρώτης, αυτή της ανάγκης για ξενοιασιά, σε απόσταση από τις άλλες «τετριμμένες» σου επιλογές, αντιλαμβάνεσαι λοιπόν, ότι μπορείς να ξενοιάσεις μόνο σε χώρους δικούς σου, όπου η ξενοιασιά καταργεί τις ουδέτερες ζώνες, εμπεριέχεται στην αγωνία για επικοινωνία και μοναξιά, στην κούραση και την τεμπελιά, τον πόνο και την χαρά, τους φόβους και την οργή, εκφράζεται μέσα στην δημιουργικότητα χωρίς να χαρακτηρίζει τίποτα απ’ αυτήν, διαχέεται σε κάθε στιγμή της καθημερινής ζωής χωρίς να ονομάζεται, δεν έχει αυτόνομη ουσία για να είναι ουσιαστικό στο συντακτικό μας, γιατί στο συντακτικό της ελευθερίας θα είναι η ίδια η ελευθερία ή απολύτως τίποτε, τώρα μπορώ ας πούμε να ανοίξω τυχαία ένα βιβλίο, κάνοντας ένα ‘διάλειμμα’ από την κρυφή χαρά που μου χαρίζουν αυτά τα μαύρα στίγματα στο ηλεκτρονικό χαρτί, και πάλι τυχαία κάποιες γραμμές κάποιας τυχαίας σελίδας αυτού του βιβλίου να μεγεθύνουν την χαρά μου ή να με πονέσουν, και καλά θα κάνουν, αν αναλογιστούμε ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο στην βιβλιοθήκη μου, έχω επιλέξει αυτήν την έκπληξη, αυτά τα χάρτινα λουλούδια στις άκρες του δρόμου για την ελευθερία έχουν κάθε δικαίωμα πάνω μου, και θέλω να τα κάνω περισσότερα, να είμαι περισσότερο διαθέσιμος στις εκπλήξεις τους, αυτό είναι ένα αγαπημένο παιχνίδι, ξενοιάζω όταν μεταγγίζεται το κάψιμο της ουσίας ενός Άλλου στην συνείδηση μου και απλώνεται μέσα στο αίμα μου επιταχύνοντας την λύσσα για ζωή, και να που ακούγονται πιο δυνατά οι φωνές των παιδιών που βρίζονται παιχνιδιάρικα στην γειτονιά, η ίδια η πανταχού παρουσία της ζωής είναι μια γλυκιά ύβρις, όταν κανόνας είναι οι επιτηδευμένες αναζητήσεις κάποιων ξεχωριστών στιγμών, είναι ύβρις η μουτζούρα ζωή όταν κανόνας είναι ο καλλιγράφος θάνατος…
λόγος περί μοναξιάς
by
Tags:
Comments
One response to “λόγος περί μοναξιάς”
Ακριβώς έτσι είναι ρε, μπράβο, μπράβο, μπράβο!
Leave a Reply