Λίγα λόγια για την υπόθεση της Εύης Στατήρη

Που βρίσκεται σε απεργία πείνας από τις 14 Σεπτέμβρη

ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ: 01/10/2015
Αναλύσεις & Θέσεις

Η Εύη Στατήρη είναι η σύντροφος του Γεράσιμου Τσάκαλου που βρίσκεται φυλακισμένος εδώ και χρόνια ως μέλος ένοπλης οργάνωσης της “Συνωμοσία των Πυρήνων της Φωτιάς”. Η Εύη συνελήφθη πριν επτά περίπου μήνες με την κατηγορία της “υπόθαλψης εγκληματία” και προφυλακίστηκε. Είναι κάτι παραπάνω από αυτονόητο ότι δεν ζούμε σε μια κοινωνία ισονομίας πόσο μάλλον όταν αυτή η κοινωνία χαρακτηρίζεται από ένα “καθεστώς έκτακτης ανάγκης”, όπου κάθε είδος κοινωνικής ελευθερίας υπόκειται διαρκώς σε μιαν αυθαίρετη περιστολή. Με αυτή τη λογική και επειδή σύμφωνα με τον ποινικό κώδικα το πλημμέλημα της υπόθαλψης εγκληματία δεν δικαιολογεί μια τόσο βεβαρυμμένη δίωξη, οι διωκτικές αρχές φρόντισαν να φορτώσουν την Εύη Στατήρη με την κατηγορία της συμμετοχής στην Συνωμοσία των Πυρήνων της Φωτιάς χωρίς κανένα απολύτως τεκμήριο για να δικαιολογήσουν την παρατεταμένη και αδιάλλακτη προφυλάκισή της. Έχουν ήδη απορριφτεί 5 αιτήσεις αποφυλάκισης.

Σε ένα “καθεστώς έκτατης ανάγκης”, σε μια κοινωνία που χαρακτηρίζεται ως “κοινωνία διακινδύνευσης”, είναι πασιφανές, ωστόσο, ότι υπάρχει τεκμήριο. Κι αυτό δεν είναι άλλο από τη συζυγική σχέση με μέλος της συγκεκριμένης ένοπλης οργάνωσης. Αυτό, βέβαια, εισάγει μια πλευρά του παραδοσιακού ιδιώνυμου μεταβολισμένη με την αριστερή της επανανομιμοποίηση. Ιδιώνυμο ονομάζουμε το αδίκημα που τιμωρείται με βάση ιδιαίτερο νόμο, διαχωριζόμενο από τη γενικότερη κατηγορία αδικημάτων και τιμωρείται με ξεχωριστές ποινές από τις συνηθισμένες. Βλέπουμε λοιπόν ότι τα νομικά όπλα που χρησιμοποιήθηκαν από τα συντηρητικά και αυταρχικά καθεστώτα του παρελθόντος ενάντια στην αριστερά, χρησιμοποιούνται τώρα από την αριστερά ενάντια σε ό,τι θεωρεί εχθρικό προς το Σύστημα.

Στο βαθμό που πρόκειται για μια αριστερά, η οποία διατυμπάνιζε -ευθύς εξαρχής της διακυβέρνησής της- προς πάσα κατεύθυνση ότι “το κράτος θα έχει συνέχεια”, μη εξαιρώντας και όλα του τα.. συμπαρομαρτούντα, αυτή η διωκτική συμπεριφορά δεν μπορεί παρά να αποτελεί απόρροια της απρόσκοπτης συνέχειας του κυρίαρχου “νομικού πολιτισμού”. Και μάλιστα, του νομικού πολιτισμού στη μορφή που έχει πάρει με την πυροδότηση των επιθετικά ανελεύθερων χαρακτηριστικών του “καθεστώτος έκτακτης ανάγκης” των αμέσως προηγούμενων χρόνων. Φυσικά, δεν έχει σημασία η κάθε επιμέρους ρητορική, όπως αυτή του αριστερού υπουργού δικαιοσύνης -για ένα νομοσχέδιο που κατά την άποψή του εξανθρωπίζει τον σωφρονισμό- αλλά σημασία έχει αυτό που γίνεται πράξη και δημιουργεί γεγονότα.

Σύμφωνα με αυτή τη νομική κουλτούρα “ο επικίνδυνος, ο επίφοβος, ο μιαρός γίνεται αντιληπτός ως Σώμα του οποίου θα πρέπει να κατασταλεί όχι απλώς η δράση αλλά η ίδια η ύπαρξη. Αυτό είναι που τον τοποθετεί εκτός της προστασίας του δικαίου και επιτρέπει την αναστολή ή και την ακύρωση των δικαιωμάτων του”. Εκείνο που δημιουργεί ένα πρόβλημα στην περίπτωση της Εύης Στατήρη είναι ο χαρακτήρας της “δράσης” βάσει της οποίας διώκεται. Κι εδώ δημιουργούνται διάφορα οξύμωρα τα οποία πρέπει να γίνουν άμεσα αντιληπτά από όλους όσοι αγωνίζονται να συντρίψουν την εκμετάλλευση και την καταπίεση σε κάθε της μορφή.

Από τη μία μεριά  “αυτό που αλλάζει, αυτό που βλέπουμε σήμερα, είναι ότι η βία, η επιλεκτικότητα, η αυστηροποίηση της ποινικής μηχανής, δεν αποκρύπτονται πλέον ως αστοχίες. Αντίθετα προβάλλονται, «διαφημίζονται» και αντλούν νομιμοποίηση από έναν λόγο που προτάσσει τον κίνδυνο τον οποίο αποτελούν οι έγκλειστοι για το νομοταγή πληθυσμό”. Κι έτσι, η Εύη Στατήρη θα πρέπει, έστω και χωρίς τεκμήρια, να φορτωθεί με τέτοιες κατηγορίες που να μην αφήνουν κανένα περιθώριο για την επικινδυνότητά της. Με αυτόν τον τρόπο η δίωξή της μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως παράδειγμα για αντίστοιχες περιπτώσεις “συγγενών και φίλων”.  Από την άλλη μεριά βλέπουμε τις επιλογές των διωκτικών μηχανισμών να διεμβολίζουν θεσμικά στερεότυπα όπως είναι η οικογένεια με τους οριοθετημένους ρόλους και τις συμπεριφορές. Στο πλαίσιο αυτό, η σύζυγος ενός φυλακισμένου αντί να προκρίνει την κεντρομόλο δύναμη της οικογενειακής συνοχής και να στηρίξει τον σύζυγό της (στη φιλοσοφία του άρθρου 231 του ποινικού κώδικα που αναφέρει ότι: “η υπόθαλψη μένει ατιμώρητη αν ο υπαίτιος την τέλεσε υπέρ κάποιου οικείου του προσώπου”) εδώ επιβάλλεται η πρόκριση των συμφερόντων του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης όπου υποστέλλεται κάθε θεσμικό, νομικό, ηθικό και ιδεολογικό του ανάχωμα.

Και η υποστολή αυτή νομιμοποιεί κάθε είδους αυθαιρεσία όπως είναι και μια ατεκμηρίωτη δίωξη που θα καθηλώσει -όχι μόνο την Εύη Στατήρη αλλά- κάθε συγγενή και φίλο ή οποιοδήποτε οικείο πρόσωπο αντιστεκόμενου. Με αυτή ακριβώς τη λογική βρίσκεται σε κατ’ οίκον περιορισμό και η Αθηνά Τσάκαλου, μητέρα φυλακισμένων μελών της Συνωμοσίας των Πυρήνων της Φωτιάς. Η επιδίωξη είναι, φυσικά, να ξεθεμελιωθεί κάθε έννοια αλληλεγγύης και στήριξης μέσα στα πιο ζωντανά κύτταρα της κοινωνίας.

Μια μικρή σύγκριση της ποιότητας αυτής της χυδαίας νομικής κουλτούρας αποτελεί το γεγονός ότι κανείς και καμία από το οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον των αποβρασμάτων της χρυσής αυγής δεν ενοχλήθηκε με οποιοδήποτε τρόπο από τις διωκτικές αρχές όσο διήρκησε και διαρκεί η θεατρική φαρσοκωμωδία που λέγεται “διώξεις της χρυσής αυγής”.

Έτσι, η Εύη Στατήρη και, ως συμπαραστεκόμενός της, ο Γεράσιμος Τσάκαλος έχουν αρχίσει την απεργία πείνας από τις 14 Σεπτέμβρη.

Οι απεργίες πείνας πρέπει να λήξουν με την -χωρίς κανένα θεσμικό περιορισμό- ελευθερία της Εύης Στατήρη, ως προϋπόθεση για την δημιουργία αναχωμάτων στην κυριαρχική επιθετικότητα, προκειμένου να ενδυναμωθεί ο αγώνας μέχρι και την απελευθέρωση όλων των διωκόμενων, μέχρι την απελευθέρωση της κοινωνίας από τα δεσμά κάθε τυραννίας.

 

Σχόλια Ανάρτησης

  • Ένα ακόμα οξύμωρο που ενδεχομένως γεννάται με τη μορφή απορίας σε όσους αγωνίζονται ενάντια στην καταπίεση και την εκμετάλλευση, ωστόσο, μπορεί να είναι το εξής: γιατί να υπάρχει αλληλεγγύη και στήριξη με ένα άτομο που έχει άμεση και αδιαχώριστη σχέση με άλλα “ζωντανά κύτταρα” της κοινωνίας που στο παρελθόν έχουν στηλιτεύσει, χλευάσει, (ακόμα και) κατηγορήσει πρόσωπα (και ακολούθως κινήματα αλληλεγγύης) απεργών πείνας που διεκδικούσαν την απελευθέρωσή τους πατώντας πάνω σε παρόμοιες νομικές συνθήκες παρατυπίας; Γιατί, για παράδειγμα, ο (τότε) απεργός πείνας Κ. Σακκάς δεν ήταν ούτε σύντροφος, ούτε αναρχικός, ούτε καν εχθρός του κράτους σύμφωνα με τον (σημερινό) απεργό πείνας Γ. Τσάκαλο, καθώς ο τελευταίος (τότε) θα δεχόταν -και μάλιστα περήφανα- μια παρόμοια νομική αυθαιρεσία που απλώς θα επιβεβαίωνε τον ίδιο ως Επικίνδυνο Εχθρό του Συστήματος.

    Μήπως ό,τι είναι εχθρικό προς το Σύστημα, δεν είναι απαραίτητα και μη εχθρικό προς το ίδιο το κίνημα που καλείται να το στηρίξει;

  • Δεν νομίζω ότι είσαι τόσο καλοπροαίρετος εν τέλει. Γιατί στην ουσία του, τα “σωστά” ερωτήματα που θέτεις τα διεμβολίζεις εξ αρχής με ένα ” γιατί να υπάρχει αλληλεγγύη και στήριξη;….”, δηλαδή με την δηλητηριασμένη κουλτούρα που “προσπαθείς” να στήσεις στον τοίχο: (μπορεί η συντροφικότητα και η αλληλεγγύη να είναι εργαλειοποιημένη και να διαθλάται μέσα από το πρίσμα της “πολιτκής συμφωνίας”; ο ηγεμονισμός στην διαχείριση της πολιτικής διαφωνίας δεν είναι εργαλείο διαχωρισμού, απαξίας και επιβολής (άρα και αλλότριο κομμάτι από τον κόσμο του αγώνα για την απελευθέρωση;….κτλ) Αυτά τα ερωτήματα λοιπόν δεν είναι α λα καρτ. Αφορούν όλα τα υποκείμενα του αγώνα εξίσου.
    Η αλληλεγγύη σε αγωνιζόμενους και διωκόμενους είναι μια σχέση απροϋπόθετη αλλά και ταυτόχρονα κινητική και δυναμική: η απουσία της είναι μέγγενη για όλους -και όχι μονο για εκείνον που την έχει κάποια στιγμή ανάγκη- αλλά και κάθε φορά που την κάνει κάποιος εξάρτημα των ηγεμονισμών του, βιώνει και την αφόρητη μοναξιά, την αδυναμία να γίνει και να βιωθεί η υπόθεσή του, Υπόθεση όλων.
    Βέβαια υπάρχει φάρμακο και γι αυτό: η “εθελοτυφλία” (συνειδητή ως πολιτικάντικος χειρισμός ή ασυνείδητη ως επιμελημένη πολιτική αφέλεια) και η μεταφορά της ευθύνης στην αδυναμία ή την αβουλία των αλληλέγγυων. Άρα το ερωτημα που πρέπει να διατυπώνεται προς όλους/ες δεν είναι “αλληλέγγυοι ή όχι;” αλλά “αλληλέγγυοι ή τυφλοι”;
    Την κουράσαμε τόσα χρόνια με τα προκρούστεια παιχνίδια μας την αλληλεγγύη…

  • Η αλληλεγγύη όπως την εννοούμε στα δικά μας “δύσβατα μέρη” δεν είναι ένα διαρκές πάρε δώσε. Προφανώς, υπάρχει η έννοια του “αμφίδρομου” που χρειάζεται για να επικυρωθεί και να αποκτήσει τη συνοχή εκείνη η οποία θα δικαιώσει και τον εκάστοτε αγώνα. Η αμφίδρομη σχέση, ωστόσο, από τη μία μεριά δεν υπόκειται σε μια γραμμικότητα που κατοχυρώνει τα περιεχόμενά της αλληλεγγύης κάθε φορά (γιατί τα υποκείμενα που “εμπλέκονται” δεν έχουν απαραίτητα μια σταθερή πολιτική σχέση μέσα στο χρόνο και αλλάζουν διαρκώς με εξαιρέσεις: εκείνες που πιστοποιούν και την σταθερή πολιτική και κοινωνική δόμηση του α/α χώρου) κι από την άλλη με δεδομένες- πολλές φορές- τις φιλοσοφικές/αξιακές, θεωρητικές και πραξιακές διαφορετικές βάσεις των υποκειμένων, χτίζονται ή ακυρώνονται και οι αντίστοιχες προϋποθέσεις που κατοχυρώνουν τα χαρακτηριστικά της αλληλεγγύης. Σε κάθε περίπτωση τόσο οι διωκόμενοι/ες όσο και οι αλληλέγγυοι δεν αποτελούν στατικές υποκειμενικότητες. Οπότε πρέπει να προϋποτεθεί μια στοιχειώδης βάση που δεν είναι αυτονόητη όσο κι αν φαίνεται ως τέτοια. Είναι άλλο η επίκληση της επανάστασης ως μια υπόθεση ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΜΑΣ στην οποία όλοι και όλες υπο-κείμεθα, μας ελέγχει και η οποία λειτουργεί ως μια σταθερά που μεσολαβεί στις ανατρεπτικές σχέσεις (κινδυνεύοντας όχι μόνο να επιβληθεί ως ιδεολογικοποιημένη ηθική αλλά και να λειτουργήσει με μεταφυσικά και θεολογικά χαρακτηριστικά, όπου νομιμοποιείται όποιος/α πλησιάζει την βιβλική της υπόσταση να χρίζεται αυτόκλητα ως ο πιο έγκυρος κήρυκας και κριτής των “εγκοσμίων” εκδοχών της) και άλλο η επανάσταση να είμαστε ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΙΔΙΟΙ και οι σχέσεις που δημιουργούμε και εξελίσσουμε κάθε στιγμή στην καθημερινή μας ζωή. Αναλόγως με την επιλογή -που έχει αξιακό χαρακτήρα- επιχειρείται μέσα σε κάθε συγκυρία και η δόμηση των χαρακτηριστικών της αλληλεγγύης. Αν θεωρήσουμε ότι υπάρχουν τα ιερά επαναστατικά θέσφατα τότε η αλληλεγγύη υπόκειται σε κάποιους κανόνες και όλοι είναι υπόλογοι σε αυτούς. Σε αυτή την περίπτωση, οι ενοχές γίνονται βασικό εργαλείο στα χέρια των ιεροκηρύκων της επανάστασης προς στους διαρκώς υπόλογους και υπολειπόμενους πιστούς. Αν η αλληλεγγύη χτιστεί με βάση συνειδήσεις που εξελίσσονται και επιβεβαιώνονται στιγμή προς στιγμή με επίγνωση των ιστορικών τους καταβολών, την επίγνωση της δύναμης αυτών των καταβολών να επικαθορίσουν την τρέχουσα συγκυρία, την επίγνωση της διαλεκτικής μεταξύ δυνατοτήτων και πραγματικοτήτων (τόσο σε επίπεδο προσωπικής όσο και σε επίπεδο συλλογικής ζωής), την επίγνωση των πολιτικών στοχεύσεων και των μέσων, τότε η ίδια η αλληλεγγύη αποκτά μια άλλη δυναμική όπου δοκιμάζεται η αμφίδρομη σχέση στη βάση της μεταξύ των “εμπλεκόμενων” ελεύθερης συμφωνίας. Σε αυτό το πεδίο τόσο η ταύτιση όσο και η κριτική στάση μεταξύ των αλληλέγγυων αποκτά άλλο νόημα. Κάθε υπόθεση γίνεται αναγνωρίσιμη σύμφωνα με τα δικά της χαρακτηριστικά μέσα στην εκάστοτε συγκυρία και γίνεται ένα πεδίο συνειδησιακής εξέλιξης πέρα και μακριά από το πεδίο των ενοχών και της στείρας ιδεολογικοποιημένης πολεμικής. Αυτή είναι η άποψή μας και γι’ αυτό το λόγο δεν θα υποστείλουμε ούτε την αλληλέγγυα στάση μας ούτε την κριτική μας ελευθερία αναγνωρίζοντας τα χαρακτηριστικά της κάθε υπόθεσης με προϋπόθεση τόσο την διακριτή αυτονομία των διωκόμενων όσο και τη δική μας.

Leave a Reply to καταληψίας Cancel reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *