Το μεσημέρι του Σαββάτου 17 Νοέμβρη, στις 2.15μμ, βγήκα μαζί με τη συντρόφισσα μου (στη ζωή και στον αγώνα) από το σπίτι της στο Περιστέρι και μπήκαμε στο αυτοκίνητό της για να με πάει στον σταθμό μετρό του Αγ. Αντωνίου. Με την επιβίβασή μας εμφανίστηκαν δύο αυτοκίνητα και μια μηχανή της κρατικής ασφάλειας με 6 ασφαλίτες, οι οποίοι επιδεικτικά κόλλησαν από πίσω μας και επιχειρούσαν να μας περικυκλώσουν. Κάναμε τον κύκλο του τετραγώνου και επιστρέψαμε κάτω από το σπίτι, όπου κατεβήκαμε από το αυτοκίνητο και τους ζητήσαμε τον λόγο που μας ακολουθούν. Αποβιβάστηκαν και εκείνοι, εμφανώς αμήχανοι για την τροπή που είχε πάρει το πράγμα, με τη γειτονιά να έχει βγει στα παράθυρα, τα μπαλκόνια και τα πεζοδρόμια από τις φωνές μας. Προσπαθώντας να φανούν ψύχραιμοι και τυπικοί ζήτησαν την ταυτότητα μου και μου είπαν ότι επρόκειτο για έναν τυπικό έλεγχο. Εμείς τους ρωτούσαμε επίμονα τον λόγο της παρακολούθησης και του «ελέγχου» που επικαλούνταν ενώ ειδοποιήσαμε αμέσως τηλεφωνικά δικηγόρο και συντρόφους για να έχουν υπόψη τους τα όσα διαδραματίζονταν. Η άρνησή μας να «συνεργαστούμε» και η επιμονή μας να αναφέρουν τον λόγο της επιχειρούμενης προληπτικής προσαγωγής (προφανώς λόγω της πορείας για το Πολυτεχνείο), τους έκανε να επιχειρούν να με βάλουν στο υπηρεσιακό τους όχημα με το ζόρι, πιάνοντάς με από τα χέρια και επιχειρώντας να με τραβήξουν μέχρι εκεί. Κάτι το οποίο πεισματικά αρνιόμουν ενώ η συντρόφισσά μου τράβηξε το hands free από τα αυτιά του αρχιασφαλίτη που ζητούσε τηλεφωνικά ενισχύσεις από τα κεντρικά τους. Ήταν η στιγμή που απείλησαν και την ίδια με προσαγωγή μπροστά στα μάτια του 8χρονου παιδιού της, που παρακολουθούσε από το μπαλκόνι του σπιτιού τη σκηνή μαζί με μια φίλη του που τον είχε επισκεφτεί και έπαιζαν μαζί.
Τελικά, με έβαλαν μέσα σε ένα από τα υπηρεσιακά τους οχήματα και με οδήγησαν στη ΓΑΔΑ. Με ανέβασαν στον 6ο όροφο (τομέας κρατικής ασφάλειας) και με άφησαν για 5 ώρες σε έναν απομονωμένο διάδρομο, φρουρούμενο από 20 ένστολους αστυνομικούς, χωρίς τη δυνατότητα επικοινωνίας με δικηγόρο ή οικεία πρόσωπα και χωρίς να μου ανακοινώνουν τον λόγο της προσαγωγής μου ή πιο σωστά της απαγωγής μου. Με την ολοκλήρωση της πορείας του Πολυτεχνείου και λόγω των έντονων διαμαρτυριών μου, μου έδωσαν πίσω την ταυτότητα και το κινητό μου και μου είπαν ότι μπορώ να φύγω. Κατά την διάρκεια της κράτησής μου δεν επιχείρησαν τα γνωστά ξεγυμνώματα του τελευταίου διαστήματος με το πρόσχημα του σωματικού ελέγχου, τα οποία ωστόσο εφάρμοσαν απ’ ότι έμαθα σε ανήλικους προσαχθέντες στον 7ο όροφο. Το μόνο που μου ζήτησαν ήταν να καθίσω σε έναν πάγκο που κοιτούσε προς τον τοίχο με πλάτη προς τους αστυνομικούς φρουρούς (για καψώνι και μόνο), το οποίο φυσικά αρνήθηκα, χωρίς όμως να επιλέξουν να επιχειρήσουν να με βάλουν να κάτσω έτσι όπως αυτοί ήθελαν.
Αυτές οι αστυνομικές-κατασταλτικές μεθοδεύσεις, παρότι σκόπιμα δε βλέπουν ποτέ το φως της δημοσιότητας, δεν αποτελούν ούτε πρωτόγνωρα ούτε μεμονωμένα περιστατικά. Οι απαγωγές αγωνιζόμενων ανθρώπων έξω από τα σπίτια τους πριν από μεγάλες κινητοποιήσεις εφαρμόζονται ως αστυνομική πρακτική τους τελευταίους μήνες, μαζί με τους εκτεταμένους ελέγχους (σωματικούς και σακιδίων) στους σταθμούς μετρό. Και έρχονται να προστεθούν στις εκατοντάδες προληπτικές προσαγωγές που γίνονται πριν από κάθε απεργία ή διαδήλωση τα τελευταία χρόνια. Έρχονται να προστεθούν στους τόνους των χημικών, τους ξυλοδαρμούς και τις αθρόες συλλήψεις των μονάδων καταστολής, στις αύρες για τη διάλυση συγκεντρώσεων. Έρχονται να προστεθούν στη δικαστική ομηρία χιλιάδων ανθρώπων -κυρίως νεολαίων- τα τελευταία 2,5 χρόνια, που τόλμησαν να αμφισβητήσουν τη λεηλασία της ζωής και του μέλλοντός τους μαζί με τις κυρίαρχες προσταγές για «ησυχία-τάξη-ασφάλεια». Έρχονται να προστεθούν στη διάλυση απεργιακών προσυγκεντρώσεων συνελεύσεων γειτονιάς στις κεντρικές πλατείες των περιοχών τους, όπως στις 26/9/2012. Έρχονται να προστεθούν στην αστυνομική κακοποίηση και τα βασανιστήρια αγωνιζόμενων ανθρώπων, όπως αυτά που υπέστησαν οι 15 συλληφθέντες της αντιφασιστικής μοτοπορείας στις 30/9/2012 στην περιοχή του Αγ. Παντελεήμονα.
Η αστυνομική πρακτική της απαγωγής αγωνιζόμενων ανθρώπων έξω από τα σπίτια τους πριν από μεγάλες κινητοποιήσεις, δε στοχεύει μόνο στα συγκεκριμένα πρόσωπα που επιλέγονται (προφανώς με βάση τον φάκελο και την ιστορικότητά τους) αλλά επιχειρεί να στείλει μήνυμα εκφοβισμού σε όλους όσοι αγωνίζονται και σε όλους εκείνους και εκείνες που αναμένεται να ξεσηκωθούν εξαιτίας της εξαθλίωσης της ζωής τους. Όμως οι φτηνές και γελοίες πρακτικές τους δε μας φοβίζουν, μας εξοργίζουν. Κι όταν φουσκώσει το κοινωνικό ποτάμι θα τους πνίξει όλους: δυνάστες και βασανιστές, αφέντες και λακέδες.
Μέχρι εκείνη την ώρα χρειάζεται να προετοιμαστούμε και να οργανωθούμε καλύτερα για να μπλοκάρουμε στην πράξη τις συγκεκριμένες κατασταλτικές μεθοδεύσεις. Δεν υπάρχει περίπτωση να αποδεχτούμε την προσωρινή μας αιχμαλωσία. Ούτε μέσα στα σπίτια μας επειδή υπάρχουν ασφαλίτες από κάτω με την εμφανή πρόθεση να μας προσαγάγουν ούτε στα κρατητήρια τους. Η επόμενη φορά ας επιφυλάσσει συλλογικές εκπλήξεις για τις κρατικές συμμορίες.
18/11/2012
ο αναρχικός
Κώστας Μ.
Δημόσια δήλωση για την 5ωρη απαγωγή μου από την Ασφάλεια το Σάββατο 17 Νοέμβρη.
Το πρωί του Σαββάτου 17 Νοεμβρίου με πλησιάζουν κάτω από το σπίτι μου στην περιοχή του Ζωγράφου τέσσερις αστυνομικοί της Ασφάλειας (με πολιτικά ρούχα) ρωτώντας με: «είσαι ο Αλέξανδρος;» και μου ζητάνε να τους ακολουθήσω. Με οδηγούν σε συμβατικό όχημα, όπου μου περνούν χειροπέδες και με ενημερώνουν ότι θα με οδηγήσουν στη ΓΑΔΑ (Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής). Πράγματι, μεταφέρομαι στον 11ο όροφο της ΓΑΔΑ, όπου ύστερα από ενδελεχή σωματικό έλεγχο και απαγόρευση χρήσης του κινητού μου τηλεφώνου, κρατούμαι για πέντε περίπου ώρες πριν αφεθώ ελεύθερος.
Η ερμηνεία της επιλογής του προσώπου μου για μια τέτοιου τύπου μεθόδευση είναι στα πλαίσια υποθέσεων από μέρους μου, καθώς καθ’ όλη την παραμονή μου στην Ασφάλεια δεν με ρώτησε κανείς τίποτα, ούτε και κατάφερα να εκμαιεύσω κάτι. Με το μόνο που θα μπορούσα να το συνδέσω είναι μια συνεχής κατασταλτική μεθόδευση στη γειτονιά μου, όπου και δραστηριοποιούμαι πολιτικά, που ανάμεσα στ’ άλλα έχει να κάνει με τη βίαιη διάλυση απεργιακής προσυγκέντρωσης στις 26 Σεπτέμβρη (με αποτέλεσμα 12 συλλήψεις) καθώς και μια μαζική εξακρίβωση στοιχείων σε αφισοκόλληση τις επόμενες μέρες.
Πέρα από τη σφαίρα των ερμηνειών προκύπτουν κάποια de facto συμπεράσματα από την όλη υπόθεση: Πρώτον, η Ασφάλεια μπορεί κατά το δοκούν να απαγάγει όποιον θέλει κάτω από το σπίτι του χωρίς καμία αφορμή και να τον κρατά στη ΓΑΔΑ όσο χρόνο θέλει χωρίς καμία δικαιολόγηση. Δεύτερον, κατά το παρελθόν δεν έχω συλληφθεί, ούτε προσαχθεί ποτέ μου. Δεν έχω δηλαδή κατά το δημοσιογραφικώς λεγόμενο «απασχολήσει τις αρχές». Από πού και ως πού τότε η Ασφάλεια με γνωρίζει με το μικρό μου; Σημαίνει ότι παρακολουθούμαι και ότι υπάρχει για μένα φάκελος. Σημαίνει ότι τα πολιτικά μου φρονήματα και η δημόσια κοινωνική μου δράση είναι αφενός αντικείμενο ελέγχου από την Ασφάλεια και αφετέρου ικανή συνθήκη γι’ αυτήν την απαγωγή.
Η περίπτωσή μου -που ασφαλώς είναι ήσσονος σημασίας μπροστά σε άλλες ασφαλίτικες μεθοδεύσεις- φανερώνει ανάμεσα στ’ άλλα μια πολιτική ιεράρχηση από μεριάς του κράτους: μπορεί να διαλύει συθέμελα δομές υγείας, παιδείας, ασφάλισης κ.λπ. αλλά φανερώνεται αποτελεσματικότατο σε δομές κοινωνικού ελέγχου και καταστολής. Τέσσερις αστυνομικοί, δύο οχήματα (ένα αυτοκίνητο και μια μηχανή), ώρες παρακολούθησης κάτω από το σπίτι μου για μια προσαγωγή. Το καρότο έχει πια ροκανιστεί και το μόνο που το κράτος έχει να επιδείξει είναι το μαστίγιο.
Αλέξανδρος B.
19 Νοεμβρίου 2012
Υ.Γ. Αν ο μη γένοιτο στο μέλλον βρεθώ στα χέρια της Ασφάλειας ξανά θα είμαι πια από αυτούς για τους οποίους οι δημοσιογράφοι αρέσκονται να λένε «είχε απασχολήσει την Αστυνομία στο παρελθόν». Έτσι κατασκευάζονται οι «συνήθεις ύποπτοι».
*αναδημοσίευση από indymedia.org
Leave a Reply